της Θάλειας Καραμολέγκου
Οι σποραδικά παρατεταμένες πέτρες
εμπόδιζαν το ταχύ βήμα του Ουαλλού τουρίστα καθώς έμπαινε στον αρχαιολογικό
χώρο του Ακρωτηρίου. Το βλέμμα του πότε δεξιά , πότε αριστερά εξέταζε το κάθε
διαφορετικό σημείο λες και θα ανακάλυπτε εκείνος κανένα νέο αρχαιολογικό
εύρημα. "Ευτυχώς δεν έχουν έρθει ακόμα πούλμαν κι είμαστε ήρεμα"
ακούστηκε μία φωνή μέσα από το φυλάκιο, που έβγαζαν τα εισιτήρια οι τουρίστες.
Το πρόσωπο του φύλακα έστρεψε στα δεξιά και αφού κάρφωσε τον Ουαλλό τουρίστα
στα μάτια άπλωσε το χέρι του δεξιά και είπε " Τhere is the tomb of
Marinatos, who discovered this prehistoric settlement" με καμάρι και
αυτοπεποίθηση. Ο συνομιλητής του χαμογέλασε με ικανοποίηση και έριξε μια θολή
ματιά δεξιά ίσα ίσα να δει αυτό που του 'δειχνε πριν εισέλθει στον στεγασμένο
χώρο.
Αρώματα, εικόνες, αισθήσεις μιας
άλλης εποχής γέμιζαν τα μάτια του από χρώματα... Το μυαλό του κατέκλυζε από
ιστορίες και η καρδιά του από συναισθήματα... Όλα γύρω του τόσο παλιά μα και
τόσο σύγχρονα συμπλήρωναν ένα μαγικό τοπίο, μια υπέροχη εικόνα και τα πόδια του
απλά μηχανικά κινούνταν ανάμεσα στην προϊστορική αυτή συνοικία. Μπροστά του
πλέον απλωνόταν μία πλατεία, απέναντί του ένα διώροφο σπίτι και πιο δίπλα άλλα,
το κεντρικότερο μέρος της ανευρεθείσης αυτής πολιτείας. Για δέκα δευτερόλεπτα
οι οφθαλμοί του περιπλανήθηκαν στο χώρο, θαύμασαν τις ομορφιές του.
Ένας δυνατός κρότος ,όμως, και σε
ανύποπτο χρόνο μία κραυγή και δύο καρφωμένα πόδια στο έδαφος , ανίκανα να
αντιδράσουν να κουνηθούν να απομακρυνθούν, να σωθούν, να ζήσουν. Δυό μάτια ,που
σε δευτερόλεπτα έζησαν μπροστά όλη τη ζωή του άντρα και ένα ξεψύχισμα, μία
εκπνοή ήταν ικανή να αντικατοπτρίσει το φρικτό αυτό τοπίο, ένα σώμα ξαπλωμένο
στο έδαφος καταπλακωμένο με ένα ογκώδες στέγαστρο, με κολόνες και σίδερα και
μία ψυχή , μία πνοή, μία ζωή περιπλανιόταν πλέον στο χώρο.... Ένα μεγάλο μέρος του στεγάστρου ίσα με ένα
γήπεδο μπάσκετ είχε πέσει κι είχε προσγειωθεί στον κεντρικότερο χώρο της
συνοικίας, στο κεντρικότερο σημείο ενός ανθρώπου, στην καρδιά του. Τίποτα όμως
δεν σταματούσε τον χρόνο να κυλά, ανέπαφος συνέχιζε της ζωής τον τροχό για τους
γύρω, κραυγές, βογγητά, παρακάλια, ουρλιαχτά από δύο γυναίκες που είχαν
εγκλωβιστεί στα συντρίμμια ξεπερνούσαν τη δύναμη του αέρα σε δυνατό βοριά...
Τρεχαλητά και δυνατές φωνές κύκλωναν το πεσμένο στέγαστρο, οι φύλακες
πανικόβλητοι προσπαθούσαν με κάθε δύναμη να βοηθήσουν τις δύο εγκλωβισμένες
γυναίκες. Και όλο περισσότερο μαύριζε ο ουρανός
τους, η όρασή τους και πρώτα η μία έχασε τα χρώματα της ζωής και
λιποθύμησε απ' τον πόνο.... Βήματα ακούγονταν μονάχα , βήματα από κάθε και προς
κάθε κατεύθυνση όλη εκείνη τη μέρα, βήματα που σηματοδοτούσαν το χάος.
Σουρουπώνει... Η πτώση του
στεγάστρου, ο τραυματισμός των γυναικών , ο θάνατος του άντρα έγιναν πρώτη
είδηση, το κλείσιμο του αρχαιολογικού χώρου γεγονός και το μετέπειτα άνοιγμα
του μετέωρο... Αβέβαιο για τον χρόνο που θα χρειαστεί στην αποκατάσταση του...
Ένας άνθρωπος πέθανε και άλλοι τραυματίστηκαν σοβαρά... Οι υπεύθυνοι ανεύθυνοι
κι οι αφελείς υπεύθυνοι και ποιόν πλέον ενδιαφέρει τις πταίει; Πολλούς,
έναν ή δύο... Πού να ακουστεί φωνή μέσα
στον θρήνο, πού να βγει χροιά μες στην απελπισία; Βουβοί ένας ένας απ' αυτούς
που έμειναν και τίμησαν και βοήθησαν μέχρι την τελευταία στιγμή εκείνη τη μέρα
τον τόπο έφευγαν και αποχαιρετούσαν ποιός ξέρει για πόσο αυτό το αρχαιολογικό
αριστούργημα... Μονάχα ένας ψίθυρος ακούστηκε πίσω απ' όλους "... Και
είναι 23/9/2005"...
Ακόμα και αν υπήρχε στοίχημα για
το πότε θα άνοιγαν τις πύλες στο κοινό για το Ακρωτήρι η επιλογή 7 χρόνια θα
ήταν σίγουρα η λιγότερο πιθανή, ένα outsider το οποίο όποιος το στοιχημάτιζε
όμως θα γινόταν πάμπλουτος.... Και ναι, 7 ολόκληρα χρόνια για να μπει σε 1
τελική μορφή ένα στέγαστρο που καλύπτει το μυστήριο τούτο τόπο... Για να
αναζωογονηθούν όλες οι αισθήσεις μας με τη μαγεία αυτού του χώρου... Για να
ξαναντικρίσουμε περήφανοι το ένδοξο παρελθόν μας...
Oι μέρες πέρασαν οι μήνες τα
χρόνια.................................
Ένας χαλαρός αέρας ανέμιζε τα
φύλλα των δέντρων εκείνο το βράδυ , ένα παγκόσμιας πρωτοτυπίας βιοκλιματικό
στέγαστρο υψωνόταν πάνω από τα αρχαιολογικά ευρήματα, μία απίστευτη ηρεμία
χαλάρωνε την αύρα ενός μυστήριου όντος, που καθόταν δίπλα σ' έναν τάφο..
Εκείνο σκυμμένο, σα να ψιθύριζε
σε κάποιον δίπλα του τρεις λέξεις "Σπύρο, ανοίγουμε ακούς;" Μιλούσε
μια περίεργη διαφορετική από μας γλώσσα αλλά φαινόταν να συνεννοείται άνετα με
κάποιον δίπλα του... Η απάντηση δεν άργησε να έρθει. Μία κάπως πιο βαριά φωνή
ίσα ίσα που γαργαλούσε το αυτί σου όταν τα μάτια σου κρατούσες ορμητικά κλειστά
" Να θυμάσαι Richard εμείς πλέον είμαστε αυτοί που θα φυλάμε αυτόν τον
τόπο, εμείς οι πιο πρόσφατοι γιατί, το λατρεύουμε τόσο...." Ένα δυνατό βουητό
ανέμου ανάγκασε τα μάτια μου να ανοίξουν...
Είναι βέβαιο πως η συζήτηση
συνεχίστηκε και συνεχίζεται, το βλέμμα μου περιπλανήθηκε στο χώρο ο αέρας
ανέμιζε τα μαλλιά μου, ήταν εκεί -το ένιωθα- και οι δύο, έστρεψα το κεφάλι
δεξιά και τα μάτια μου καρφώθηκαν πάνω σε ένα απλό μνήμα ενός τεράστιου
Έλληνα.. Πάνω έγραφε Σπυρίδων Μαρινάτος αρχαιολόγος. Εκείνος ο άνθρωπος, που
ανακάλυψε αυτόν τον αρχαίο παράδεισο... Λίγο πιο δεξιά μια ελιά μες στον
αρχαιολογικό χώρο, την κοίταξα έντονα μα σαν κάποιος να μου έγνεφε από κει...
Ηταν εκείνη η ελιά, που φύτεψε η
οικογένεια του θανόντα Ουαλλού προς μνήμη του. Εκεί...."Μ' ακούς
εσύ;" ακούστηκε μία φωνή από πίσω της "Σαν αύριο ξημερώσει η μέρα και
πάλι κόσμος έρχεται να απολαύσει μία άλλη εποχή, να μπει στη μηχανή του χρόνου,
μη μας ξεχάσουν, να μας θυμούνται , εμένα και το φίλο μου τον Σπύρο και να
ξέρουν πως θα τους προσέχουμε όλους από δω, φύλακες νύχτα μέρα. Ακούς; νύχτα
μέρα! Θα φροντίζουμε εμείς για τούτο τον παράδεισο! Μη μας ξεχνάτε και να τον
τιμάτε εκείνον όχι εμένα" και ένα απαλό αεράκι φύσηξε προς τη μεριά του
φτωχού τάφου του Σπουδαιοτάτου Έλληνα Μαρινάτου... "Να απολαύσετε το μέρος
κάθε στιγμή, με ασφάλεια και να μας θυμάστε μ' ακούς;" Η νύχτα άπλωσε τα
πέπλα της και ένα απαλό αεράκι διέκοψε το άκουσμα αυτής της φωνής....
Το επόμενο χάραμα υποδέχτηκε με
πλείστο ενθουσιασμό εκείνο το βράδυ.... Η ατμόσφαιρα μύριζε εορταστικά, όλοι
ήταν κατενθουσιασμένοι... Επιτέλους ο αρχαιολογικός χώρος άνοιγε ξανά να
υποδεχτεί τους εκατομμύριους θαυμαστές του... Όλοι ανυπόμονα βάδιζαν προς το
στεγασμένο "χωριό", μα τα πόδια και η καρδιά μου είχαν άλλη
κατεύθυνση... Με δυο λουλούδια σφιχτά οι παλάμες μου να βαστάνε, πλησίασα το
μνήμα του Μαρινάτου και με μια βαθιά υπόκλιση του τα προσέφερα εγκαρδίως.
Εκείνη την στιγμή ένα απαλό
αεράκι χάιδεψε τα μαλλιά μου σαν κάποιος να μου έλεγε ευχαριστώ... Έμεινα κάτω
απ' την ελιά για ώρες και κοιτούσα τον κόσμο να περνά, μα τα μάτια μου έκλεισαν
για λίγο απολαμβάνοντας... Κι ήταν εκεί που μια φωνή πάλι γλυκά μιλούσε. Ήταν εκείνος
ο Richard - George Beunion, Ουαλλός τουρίστας, θανών στις 13:00 περίπου το
μεσημέρι με την πτώση του στεγάστρου .... "Ανοίξαμε λοιπόν σήμερα
11/4/2012, άντε καλή μας τύχη, καλό ταξίδι σας και πάλι στον κόσμο των
ονείρων"... μου ψιθύρισε.....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου