Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2011

Καλλιστορώντας.....παράλληλα:

Ο ιδιαίτερα προσεχτικός συγγραφέας και ερευνητής Γιάννης Κοκκαλάκης στο τελευταίο του βιβλίο: «Η Σαντορίνη στο Β Παγκόσμιο Πόλεμο»αναφέρει:
« Κατά την πρώτη απόβαση των Ιταλών στο νησί Μάιος 1940, συνέβη το εξής περιστατικό. Οι ιταλοί αποοβιβάστηκαν στον Μονόλιθο. Άρχιζαν να ανηφορίζουν στα Φηρά, όταν άκουσαν μια ομοβροντία και είδαν καπνούς στον ορίζοντα. Φοβήθηκαν πολύ και το έβαλαν στα πόδια για επιστροφή στον Μονόλιθο….Το ηφαίστειο δεν είχε χαρεί με την άφιξή του,. Κατά την περίοδο της κατοχής δεν λειτουργούσε κανένα κατάστημα. Δεν υπήρχε ούτε μπακάλικο, ούτε ψωμάδικο, ούτε τίποτα, μόνο κανένα ταβερνάκι με σαντορινιό κρασί. Υπήρχαν ακόμη κάποια καφενεία με κριθαροκαφε. Όσοι είχαν αμπέλια ή χωράφια, έδιαν το κρασί ή τις ντομάτες και έπαιρναν άλλα τρόφιμα.  […]θυμάμαι ακόμη ότι δώσαμε μια ραπτομηχανή Singer για 5 κιλά ρύζι.  Οι Ιταλοί ήταν πιο συμπαθητικοί στο νησί. Ήταν περισσότερο αγαπητοί. Ο διοικητής τους Εμμανουέλε Μπρούνο ήταν καλός. Ανέπτυξαν προσωπικές σχέσεις με πολλές οικογένειες. Την Κυριακή γέμιζαν την Καθολική Εκκλησία. Είχαν δικό τους στρατιωτικό ιερέα τον πατέρα Ανδρέα Στράνο. ….»



Έκρηξη του ηφαιστείου 1939 – 1940
20 Αυγούστου 1939 – Αρχές Ιουλίου 1941 μ.χ.: Τα σημάδια της επερχόμενης ηφαιστειακής δραστηριότητας ξεκίνησαν τον Μάιο του 1939 με αύξηση της θερμοκρασίας των υδάτων στον όρμο που υπήρχε στο νησί και ονομαζόταν του Αγίου Γεωργίου. Από τον Αύγουστο και μετά δημιουργήθηκαν στο νησί ηφαιστειακοί θόλοι: Τρίτωνας, Κτενάς, Φουκέ, Νίκη, Ρεκ και Σμίθ.
20 Αυγούστου 1939: Ηφαιστειακή έκρηξη και απελευθέρωση λάβας η οποία δημιουργησε τον θόλο Τρίτωνα. Ένα μήνα αργότερα η ηφαιστειακή δραστηριότητα μετατοπίζεται λίγες εκατοντάδες μέτρα προς τα βόρεια και δημιουργεί ένα θόλο και ρεύματα λάβας που τους δίνεται το όνομα του Κτενά, ηφαιστειολόγου του νησιού. Από τον Νοέμβριο του 1939 , ως τον Ιούλιο του 1940 , η ηφαιστειακή δραστηριότητα μετατοπίζεται ακόμη πιο βόρεια και δημιουργεί το θόλο και ρεύματα λάβας Φουκέ.
Τον Ιούλιο του 1940 νότια του Φουκέ, εμφανίζονται δύο θόλοι , ο θόλος Σμίθ και Ρεκ, Τέλη Αυγούστου 1940 εκδηλώνονται  δυο μεγάλες ηφαιστειακές εκρήξεις στην κορυφή του θόλου του Αγίου Γεωργίου. Αυτές τινάζουν στον αέρα τα παλιότερα πετρώματα του 1866 και δημιουργουν δύο μεγάλους κρατήρες διαμέτρου 50 μέτρων ο καθένας,  Στα τέλη Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου 100 μόλις μέτρα ανατολικότερα των δύο κρατήρων   αρχίζει να αναβλύζει μάγμα και δημιουργούνται οι λάβες της Νίκης όνομα εμπνευσμένο από τις νίκες των ελληνικών στρατευμάτων στην Αλβανία. Η ηφαιστειακή δραστηριότητα διαρκεί ως τον Ιούλιο του 1941.  

 

Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2011

Η " Μουσική Ιθαγένεια" του Γιάννη Καρνεσιώτη


Επιτέλους μετά από 1 μήνα περίπου  ένας πολύ ιδιαίτερος Φίλος και Συνοδοιπόρος, ο οποίος επισκέφτηκε 2 φορές αυτό το καλοκαίρι τη Σαντορίνη , ( γάμος, 1η κοινή συνάντηση λαικών πνευστών και νέων μουσικών), προετοίμασε το "ηλεκτρονικό " και όχι μόνο βιβλίο το οποίο είναι αφιερωμένο στο πως ένοιωσε, βιώσε φωτογραφικά την 1η Κοινή Συνάντηση λαικών πνευστών και νέων μουσικών της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου η οποία έγινε στη Σαντορίνη. Το βιβλίο του ηλεκτρονικά μπορείτε να το ξεφυλλίσετε εδώ: 
http://www.blurb.com/books/2595411

"Είναι αρχαία η γη μας. Αρχαία κι η θάλασσα, που την περιζώνει. Αρχαίοι κι εμείς, οι κάτοικοι – με βαρειά την αίσθηση και την συνείδηση πως ερχόμαστε από πολύ μακριά, πως τον κόσμο όλο τον έχουν σε μεγάλο βαθμό διαμορφώσει προπάτορες, που πολύ πριν από μας πατούσαν στο ίδιο τούτο χώμα, λούζονταν στην ίδια θάλασσα, ανάσαιναν τον ίδιον αέρα. Πάπποι και προπάπποι, που στην γλώσσα μας επεξεργάσθηκαν τα βιώματά τους και συγκρότησαν ένα μεγάλο κομμάτι της παγκόσμιας κληρονομιάς. Το πιο σημαντικό κομμάτι της, λένε πολλοί...
Εν αρχή ην το χάος, ίσως, αλλά, αμέσως μετά, ην ο άνθρωπος. Ο άνδρας, η γυναίκα, ο Έλληνας, όπως διαμορφώθηκε στο φυσικό του περιβάλλον κι όπως διαμόρφωσε βασικές αρχές και αξίες, τρόπο ζωής και τρόπο σκέψης. Όλ’ αυτά, που χρόνια τώρα παραλαμβάνουμε και παραδίδουμε, με την σειρά μας ο καθένας. Την κοινή κληρονομιά, την παράδοση την τόσο στενά κι αναπόσπαστα δεμένη με τον τόπο, που γίνεται τελικά κοινή μοίρα, κομμάτι ακέραιο του ατομικού και συλλογικού γονιδιώματος, στοιχείο ταυτότητας, απόδειξη ιθαγένειας.

Ο μεγάλος Έλληνας φωτογράφος Κώστας Μπαλάφας (1910-2011), που εντρύφησε όσο κανένας άλλος ομότεχνός του στο σώμα και στο πνεύμα της Ελληνικής παράδοσης, έλεγε ότι "Είμαστε ένας λαός με βαθιά ριζωμένη παράδοση. Η παράδοση δεν είναι μια κούφια λέξη στο στόμα των φραγκοδασκάλων, είναι το καταστάλαγμα της παρατήρησης αιώνων". [1]
Την ίδια απλή σοφία απηχεί κι η Απεραθίτισα Παρασκευή Μάρκου, που ακόμα σήμερα καλλιεργεί τον πατροπαράδοτο δεκαπεντασύλλαβο σε Ναξιώτικη ντοπιολαλιά:
"... Όλα τα νοιώθαν οι παλιοί και τα παρατηρούσα
και τα μορφοσπουδάζασι γκαι μ' εουτάν εζούσα
Δικιά ντου γνώμη ο καθανείς δεν είχε να τη μπράξει
στην φύση εδιδάσκουντα γκι εμάθαινε ντη ντάξη...". [2]
Αυτό ακριβώς είν’ η παράδοσή μας. Όχι κάτι έξω από την ζωή, όχι παραγέμισμα ελεύθερου χρόνου, αλλά η ίδια η ζωή κι οι τρόποι μας, το ζύμωμα και το χώνεμα παρατηρήσεων και συμπερασμάτων στην καθημερινή πράξη, στην επιβίωση, στην έκφραση συναισθημάτων, αναγκών, φόβων, ονείρων. Με την μουσική πάντα σε ρόλο πρώτο, γιατί έκφραση ανθρώπινη δίχως μουσική, τραγούδι και χορό δεν γίνεται, δεν είν’ ολόκληρη κι ακέρια. Μουσική από όργανα πρωτόγονα, αρχέγονα, φτιαγμένα μονάχα με τα απολύτως διαθέσιμα υλικά - δέρματα, καλάμια, ξύλα, κέρατα - στίχοι αυτοσχέδιοι, αυθόρμητοι, βήματα ρυθμικά, πιασίματα των χεριών, που όλα μαζί αφηγούνται τα βασικά και θεμελιώδη του ανθρώπου. Γιορτάζουν την ζωή σ' όλες της τις εκφάνσεις ως κοινό κτήμα, κοινό βίωμα: πότε τον έρωτα και πότε τον χωρισμό, πότε την γέννα και πότε τον θάνατο, πότε την σπορά και το κρασί, την καλή σοδειά και το κυνήγι, την πλούσια ψαριά, το θαύμα του κόσμου, το μυστήριο και τον πόνο του.
Δεν υπάρχει τρόπος άλλος από την μουσική, τρόπος καλύτερος κι αμεσότερος, πιο καθολικός και πανανθρώπινος για μια τέτοιαν έκφραση, μια τέτοιαν επικοινωνία. Μονάχα με την μουσική παρασύρονται τα τρίσβαθα του ανθρώπινου είναι και της ψυχής και βγαίνουν στην επιφάνεια, γίνονται φθόγγοι, ήχοι, χειρονομίες, κινήσεις, γλώσσα του στόματος και γλώσσα του σώματος, λυτρώνουν και λυτρώνονται. Και μετά ταξιδεύουν, πάνε παντού. Με κύματα. Ναι, με κύματα ταξιδεύουν στον τόπο μας. Κύματα, που σπάνε στους βράχους, κι άλλα κύματα, που ακουμπάνε γλυκά στις αμμουδιές. Κύματα, που κουβαλούν φωνές ανθρώπινες κι ανάσες λαχανιασμένες, λυγμούς και μελωδικά ερωτόλογα. Ήχους από τσαμπούνες, ήχους από λαγούτα, ήχους από σουραύλια κι άλλους ήχους, που έρχονται από παλιά, πολύ παλιά, και ξαποσταίνουν για λίγο μαζί μας. Ήχους, που μας αγκαλιάζουν και μας αδελφώνουν, ήχους, που δεν παύουν ποτέ, μόνο συνεχίζουν το ταξίδι τους στον χρόνο, από το παρελθόν στο παρόν κι από δω στο μέλλον. Κάπως σαν τις γενιές, που διαδέχονται η μια την άλλη, σαν τα παιδιά, που στηρίζονται γερά στο ένα τους πόδι κι απλώνουν το χέρι ν' αδράξουν την σκυτάλη, για να συνεχίσουν από κει, που αφήσανε οι προηγούμενοι τον καλόν αγώνα, το τραγούδι, τις μουσικές, τους χορούς, την αγάπη για τον τόπο και τους ανθρώπους του, τον ήλιο, το χώμα, το νερό, τον αέρα, την αλμύρα, την προαιώνια μήτρα, το Αρχιπέλαγος, που το λέγαν Αιγαίο, που πάντα θα το λένε Αιγαίο, όσοι αιώνες κι όσοι άνθρωποι κι αν περάσουν.
Δεν ζει, δεν επιβιώνει ο άνθρωπος χωρίς όλα τούτα. Χωρίς τους δεσμούς του και χωρίς να γιορτάζει τους δεσμούς του δεν μπορεί. Κι ακόμα πιο πολύ, πάνω και μέσα σε τούτο τον αρχέγονο γιορτασμό είναι που σμίγει μοιραία το προαιώνιο ζευγάρι, η γυναίκα με τον άντρα.
Εδώ λύνεται ο άντρας, λευτερώνεται, αφήνεται στο αυθόρμητο και στο αληθινό. Γιατί ο άντρας μονάχα στο τραγούδι, μιλάει για τις αγάπες του, τους πόνους και τους φόβους του. Αλλιώς σωπαίνει, γυρνάει από την δουλειά αμίλητος κι αμίλητος μένει ώς τ' άλλο πρωί, ούτε στον εαυτό του δεν μιλάει,
τ' αφήνει όλα στον αέρα, ανείπωτα, σαν να διστάζουν να βγούνε στο φως, σαν να αρκεί που υπονοούνται, αλλιώς θα χαθούν, θα διαλυθούν, θα γίνουν ένα τίποτε αυτά, που στο τραγούδι και στον χορό γίνονται το παν, το άπαν, το σύμπαν όλο σ' έναν λόγο, ένα γέλιο κι ένα δάκρυ, μια χειρονομία.
Με την μουσική, λέγονται όλα πια, όλα τα λόγια τα μεγάλα, αυτά, που θάθελε και πιο πολύ αυτά που δεν θάθελε ο καθένας να πει, οι αλήθειες της ψυχής και της καρδιάς και του κορμιού ακόμη... Με τραγούδι και χορό μονάχα βγαίνουν πηγαία η χαρά κι ο πόνος της αγάπης, ο λεβέντικος εκείνος πόνος, που όρθιος υποφέρει, όρθιος κουβαλάει την πίκρα της προδοσίας, της εγκατάλειψης, του χωρισμού του ζωντανού και του χωρισμού του άλλου, του θανάτου...

Για πολλούς λόγους είναι σπουδαία η παράδοση, θα μας πουν οι επιστήμονες, που την μελετούν. Ακόμα κι εκείνοι, όμως, θα δεχθούν πως ακόμη πιο σπουδαίο από την μελέτη της είναι το βίωμά της, γιατί αυτή η κοινότητα ηθών, εθίμων, τρόπων είναι που μας συνδέει άμεσα με την γη μας και τους γύρω μας. Αυτή διατηρεί άρρηκτους και ζωτικούς τους δεσμούς μας με τους πριν από μας και με τους μετά, με τα παιδιά μας και με τ’ άλλα παιδιά. Παιδιά, που δεν έχουν γεννηθεί ακόμη, αλλά στον ίδιο τόπο θα τους πρέπει να ζήσουν, ν’ αγαπήσουν και να τραγουδήσουν. Παιδιά, που τους χρωστάμε ακριβώς όσα λάβαμε κι εμείς – τίποτε λιγότερο!
Ο ενθουσιασμός κι η μαζικότητα της Συνάντησης παραδοσιακών μουσικών του Αιγαίου στην Σαντορίνη, το Φθινόπωρο του 2011, αλλά κι αυτή τούτη η ανταπόκριση του κοινού στις εκδηλώσεις, ανέδειξαν την ένταση, με την οποία βιώνεται ακόμα σήμερα μια πτυχή της παράδοσής μας, η πιο διαδεδομένη και δημοφιλής ίσως: η μουσική των νησιών του Αρχιπελάγους. Είναι, ευτυχώς, πολλοί όσοι με γνώση ή ένστικτο ή και με τα δύο υπερασπίζονται και κληροδοτούν μουσικούς τρόπους και δρόμους, που τους δόθηκαν. Είναι πολλοί όσοι, παράλληλα με τις καθημερινές δουλειές τους, στέκουν ορθοί, χαίρονται, πεισμώνουν και κοπιάζουν για την διατήρηση, την διάδοση και την μετάδοση μιας μουσικής με ρίζες βαθειές στον χρόνο και στον τόπο, τον κοινό τόπο όλων. Είναι μια άλλου είδους, άλλου ήθους κι άλλης ποιότητας, ιθαγένεια αυτή: η μουσική ιθαγένεια, που μπορεί να μη καταγράφεται στα στοιχεία της ταυτότητας, αλλά επιμένει ανεξίτηλη στην καρδιά του καθενός από μας."

Γιάννης Δ. Καρνεσιώτης
Αθήνα, Οκτώβριος 2011
Παραπομπές:
[1]: "Μπαλάφας, ο πρώτος του χορού", Εφημ. "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ" / Τέχνες & Γράμματα, Σελ. 1,
Κυριακή, 16/10/2011
[2]: Στέφανος Ματθαίου Πολυκρέτης: "Η Απείρανθος Νάξου μέσα από τα τραγούδια του λαού της",
Σελ. 448, Αθήνα 2008



Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2011

Σωτηρίου και Ευγενίου Σπαθάρη

\

Σακολέβα στη Θήρα


έστω για μία σκηνή αξίζει να το αναρτήσω: 


Σακολέβα ή σακκολέβα ή σακκολαίφη ή λοίπαδος (sprit sail ή jigger sail) λέγανε παλαιότερα, ως κοινή ονομασία, το ιστίο (πανί) σχήματος τραπεζοειδούς που έφεραν μικρά πλοιάρια στη πρύμνη τους. Κατ΄ επέκταση με το ίδιο όνομα χαρακτηρίζονταν και τα πλοιάρια αυτά (καΐκια) τα οποία είχαν οξεία τη πλώρη αλλά και τη πρύμνη και έμοιαζαν πολύ με τα τρεχαντήρια.
Με τέτοια πλοιάρια που θεωρούνταν μεγάλης αντοχής στις τρικυμίες γινόταν προπολεμικά οι θαλάσσιες συγκοινωνίες μεταξύ των νησιών και του Πειραιά όπου και λιμενίζονταν στη θέση "λεμονάδικα", (μπροστά στον σημερινό Ηλεκτρικό Σταθμό).
Σήμερα τέτοιου τύπου πλοιάρια απαντώνται ως μηχανοκάικα σπογγαλιευτικά.

δείτε το από το 3.18 κ.εξ: 

Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2011

Εκρήξεις χρωμάτων στη Σαντορίνη


Του Στεφανου Ψημενου
Το μπλε της θάλασσας ήταν ένα χαμογελαστό, πονηρό μπλε. Το λευκό των συννέφων δήλωνε αθώο, αλλά ήταν προκλητικά ερωτικό. Ενα γαλάζιο σεντόνι πίσω τους, προσπαθούσε αλλά δεν τα κατάφερνε να σκεπάσει το αγκάλιασμά τους. «Αν ήμουν ερωτευμένος, εδώ θα ερχόμουν με το κορίτσι μου», είπε ο Φρόντις καθώς μπαίναμε με το σκάφος μας στην Καλντέρα της Σαντορίνης από τα βόρεια, ερχόμενοι από Ιο. Ξαφνιάστηκα.
Αρπαξα την ευκαιρία στον αέρα. «Εδώ στη Σαντορίνη; Στο πιο τουριστικό νησί της Μεσογείου; Γιατί;». Ο ελαφρύς κυματισμός και ο βορειοδυτικός άνεμος που μας έσπρωχνε μέσα στην Καλντέρα έδινε στο σκάφος μας ένα λίκνισμα με το οποίο είχε συντονιστεί ο Φρόντις, και κάθε του κίνηση στο τιμόνεμα του «Γλάρου» έμοιαζε με χορό. Δεν μου απάντησε, οπότε και εγώ τον άφησα να «χορεύει». Είχα μάθει πια να ερμηνεύω τις σιωπές του. Τούτη εδώ, ήταν από τις ωραίες. Από αυτές που προετοιμάζουν μια αποκάλυψη. Οπότε τον άφησα να τη συνθέτει στο μυαλό του χωρίς οχλήσεις.
Δέσαμε στο λιμανάκι στον όρμο Αμμούδι και ανηφορίσαμε με τα πόδια στην Οία. Τέλος Οκτώβρη, τα περισσότερα τουριστικά καταστήματα ήταν κλειστά. Το κεντρικό καλντερίμι χωρίς «κοπάδια» τουριστών. Ο Φρόντις προχωρούσε μπροστά, με ζωηρό βηματισμό, και κάθε τόσο κοιτούσε το ρολόι του σαν να βιαζόταν να προλάβει κάποιο σημαντικό ραντεβού. Αφήσαμε τα τελευταία σπίτια της Οίας, περάσαμε από τη γειτονιά της Φοινικιάς και μπήκαμε στο μονοπάτι που πήγαινε στο Μαύρο Βουνό, στο φρύδι της Καλντέρας. Συνεχίσαμε περπατώντας στο χείλος του γκρεμού, προς τα νότια. Η θέα προς τη Θηρασιά και τη Νέα Καμένη ήταν εκπληκτική και ήθελα να σταματήσω για να την απολαύσω, αλλά ο Φρόντις προχωρούσε όλο και πιο γρήγορα δίνοντάς μου να καταλάβω ότι πρέπει να βιαστούμε. Περάσαμε το ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία, φτάσαμε στο Ημεροβίγλι όπου υπάρχουν μερικά από τα κομψότερα ξενοδοχεία του κόσμου, και από εκεί προχωρήσαμε για 400 μέτρα προς τα δυτικά, προς τον βράχο του Σκάρου. Κάτω από τον βράχο, έτοιμη να απογειωθεί στο μπλε, η Παναγιά η Θεοσκέπαστη. Φτάσαμε στην ώρα μας. Ηταν η στιγμή που ο ήλιος έβγαινε από τη γραμμή των συννέφων, «πλέοντας» στον ανοιχτό ορίζοντα για μερικά λεπτά μέχρι να βυθιστεί στο πέλαγος. Με αυτή την έκρηξη από χρώματα είχε ραντεβού ο Φρόντις.
«Κάθε δειλινό, ένα ηφαίστειο από χρώματα εκρήγνυται στη Σαντορίνη. Κάποιοι άνθρωποι πριν από 4.000 χρόνια, τα πήραν αυτά τα χρώματα και τα έκαναν τοιχογραφίες στα σπίτια τους, στον προϊστορικό οικισμό στο Ακρωτήρι. Εκατομμύρια χρόνια πριν, κάποια παραλία λίγο πιο δυτικά πήρε το κόκκινο και έβαψε τα βότσαλά της. Μια άλλη λίγο πιο δυτικά προτίμησε το λευκό και το κίτρινο. Στην Περίσσα και το Καμάρι, το γκρι και το μαύρο έχτισαν το δικό τους βασίλειο. Αν ανοίξεις ένα μπουκάλι σαντορινιό κρασί του Πάρη του Σιγάλα, ή ένα Κτήμα Αργυρού, ή ένα Κτήμα Χατζηδάκη, ή Γαία Οινοποιητική, μια έκρηξη χρωμάτων θα απολαύσεις, σε πόσιμη μορφή. Εδώ, στη Σαντορίνη, ο άνεμος είναι γεμάτος χρώματα. Οι ήχοι είναι γεμάτοι χρώματα. Οι γεύσεις είναι γεμάτες χρώματα. Τα όνειρα είναι γεμάτα χρώματα. Αν βρουν την πόρτα ανοιχτή, την ώρα του αγκαλιάσματος, αυτά τα χρώματα γίνονται ορμητικό ποτάμι που σε παρασύρει κατευθείαν στην πιο “κόκκινη”, φλογερή αγάπη. Εγώ, εδώ θα έφερνα το κορίτσι μου». Ανοιξα τον πεζοπορικό χάρτη Σαντορίνης της TERRAIN και σημείωσα το μέρος, την ώρα, και τις κουβέντες του. Την επόμενη φορά που θα αναζητήσω τα χρώματα της αγάπης και της μαγείας, ξέρω πού θα τα βρω.

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_2_22/10/2011_460075

Οι Σαντορινιοί του Πειραιά και τα «σαντορινέικα» του Αγ.Νείλου Β μέρος…

Τις μεταπολεμικές δεκαετίες, οι Σαντορινιοί εφοπλιστές έχουν κυρίαρχο ρόλο στο μεγάλο λιμάνι και στη Πειραϊκή κοινωνία. Ο Λουκάς Νομικός α...