Δρ. Μεσαιωνικής Ιστορίας
του University of Johannesburg & Δρ. Ιστορίας της τέχνης του ΔΠΘ
Πηγή: ηλεκτρονικό περιοδικό της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ Eusebius
Lab
2018/03
Απόσπασμα άρθρου
«Το 1713-4 ο
Ιησουίτης Φραγκίσκος Tarillon μιλώντας
σχετικά με την ίδρυση και τη λειτουργία μιας γυναικείας καθολικής μονής στη
Νάξο ανέφερε πως «υπάρχει επίσης ο μεγάλος αριθμός των χηρών στα ελληνικά νησιά
του Αιγαίου Πελάγους που σύμφωνα με τα τοπικά έθιμα δεν ξαναπαντρεύται .
Πρόθυμα όμως θα έμπαινε σε καθολικό Μοναστήρι». Οι υποψήφιες μοναχές της
αδελφότητας Δομηνικανίδων στη Σαντορίνη, με βάση το αρχειακό υλικό που έχουμε
υπόψη μας και τα γενεαλογικά στοιχεία που αντλήσαμε για αυτές, δεν ανήκουν όλες
σε αυτή τη κατηγορία. Ήταν δευτερότοκες κόρες, ανήλικα κορίτσια, νεαρές χήρες,
άγαμες μεγάλης ηλικίας εξώγαμα τέκνα, χήρες με τις κόρες του. Οι πρώτες μοναχές
που αποτέλεσαν τον αρχικό μοναχικό επταμελή πυρήνα της αδελφότητας το 1595 ήταν
γόνοι οικογενειών που συνδεόταν μεταξύ τους με οικογενειακούς και φιλικούς
δεσμούς. Ήταν όλες νεαρά κορίτσια την ηλικία των οποίων αγνοούμε, καθώς δεν κατέθεσαν
πατριμόνια και δεν γνωρίζουμε το έτος γέννησής τους. […]
Η μονή των Δομηνικανίδων στο Σκάρο, σύμφωνα με το Φρ. Richard[1] , το 1650, ήταν «ένα
μοναστήρι απαίσιο στη θέα που μοιάζει μάλλον με φυλακή και έχει αντί κήπου
τρεις μεγάλους ογκόλιθους από λάβα μέσα στην αυλή του»[2]. Ανάλογη άποψη για το
μοναστήρι διατυπώνει και ο αποστολικός επισκέπτης Sebastiani[3], τo 1667, ο οποίος
αναφέρει «πως ο τόπος της κατοικίας [των μοναζουσών] είναι πολύ στενάχωρος και
τα κελιά των πλην δύο ή τριών είναι σπήλαια»[4]. Όταν επισκέπτεται τη μονή
ο αποστολικός επισκέπτης Giustiniani[5], το 1701, την περιγράφει
ως «ένα περιορισμένο χώρο όπου η τραπεζαρία τα κελιά και άλλα απαραίτητα
διαμερίσματα είναι σκαμμένα με μεγάλη αταξία το ένα επάνω στο άλλο . Για να
περάσεις από το ένα δωμάτιο στο άλλο κινδυνεύεις να γλιστρήσεις και να
σκοτωθείς »[6].
Σε αυτό το «απαίσιο» μοναστήρι λοιπόν εισερχόταν οι υποψήφιες μοναχές και
λάμβαναν το μοναχικό σχήμα των Δομηνικανίδων φορώντας «το συνηθισμένο φόρεμα
των Δομηνικανών με άσπρην τόρνικαν και σκαπολάρε και απάνω ξόρουχον μαύρον και
σκέπασμα μαύρον εις το κεφάλι»[7] .
Ας δούμε όμως πως αποτυπώνεται η καθημερινότητα της μονής πρώτα στον 17ο αιώνα. Οι δόκιμες μοναχές που εισέρχονται στη μονή οφείλουν να γνωρίζουν ανάγνωση για να μπορούν να διαβάζουν τις ακολουθίες. Όσες δεν γνώριζαν ήταν υποχρεωμένες να διδαχθούν ανάγνωση για μια περίοδο έξι μηνών από επιλεγμένη μοναχή που θα καθόριζε η ηγουμένη. Εκτός όμως από την κατά μόνας μόρφωση των καλογραιών η μονή όφειλε να αναπτύξει και τη συλλογική πνευματικότητα των μοναζουσών. Για τον λόγο αυτό οι μοναχές όφειλαν να ακούν ψυχωφελή έργα κατά τη διάρκεια της κοινής τράπεζας της αδελφότητας. Την περίοδο των νηστειών απαγορευόταν να εισέρχονται στη μονή ανήλικα παιδιά θηλυκά ή αρσενικά, συγγενικά των καλογραιών ή ξένα. Η παράβαση του όρου αυτού επέσυρε ποινή που για την ηγουμένη ήταν καθαίρεση ενός μηνός, ενώ για την πορτάρισσα της μονής «να τρώγη γονατιστή χάμω για τρεις μέρες.
[…]Τα έσοδα από τα εργόχειρα των μοναζουσών (υφαντά κλπ) δεν αποτελούσαν προσωπική περιουσία των καλογραιών αλλά έπρεπε να κατατίθενται στο κοινό ταμείο της μονής […]Εκτός όμως από τα καθαρώς θεωρητικά ζητήματα και στα πρακτικά ζητήματα η ζωή των καλογραιών ήταν επίσης στενάχωρη. Ο ναός των καλογραιών ήταν χωρισμένος σε δύο μέρη. Στο ένα μέρος βρισκόταν οι μοναχές και στο άλλο μέρος ο ιερέας που τελούσε τη θεία λειτουργία και το εκκλησίασμα. Μεταξύ αυτών των δύο μερών υπήρχε ένα κιγκλίδωμα με μια θυρίδα απ’ όπου χορηγούνταν η θεία κοινωνία. […]Έναν αιώνα σχεδόν αργότερα, το 1749, η καθημερινότητα των καλογραιών της μονής δεν φαίνεται να έχει αλλάξει. Αυτό τουλάχιστον μας επιτρέπει να το διαπιστώσουμε ο επίσκοπος Δομήνικος Mainetta (1746-1758) στις διατάξεις που εξέδωσε και ρυθμίζουν τον τρόπο ζωής στο μοναστήρι, στις 6-6-1749. Αυτό τουλάχιστον μας επιτρέπει να το διαπιστώσουμε ο επίσκοπος Δομήνικος Mainetta (1746-1758) στις διατάξεις που εξέδωσε και ρυθμίζουν τον τρόπο ζωής στο μοναστήρι, στις 6-6-1749. [..]Αυτό είναι το περίγραμμα της καθημερινότητας της μονής τον 17ο και 18ο αιώνα. Οι απαγορεύσεις και οι υπενθυμίσεις που αναφέρουν οι δύο ανώτατοι κληρικοί στα έγγραφά τους περιγράφουν την καθημερινότητα της μονής και παράλληλα μέσω των απαγορεύσεών τους σκιαγραφούν και την παραβατική συμπεριφορά των μοναζουσών της εποχής εκείνης που βέβαια με βάση τη δική μας οπτική σήμερα, δεν ήταν τόσο τρομερές ….».
[1] Για τον ηγούμενο της μονής Ιησουιτών Θήρας Φραγκίσκο Richard βλ. Δημήτριος Ν. Κασαπίδης , Εκκλησιαστική Προσωπογραφία της Σαντορίνης. Ο Καθολικός κλήρος (13ος -20ος αι.) , εκδ. Αντ. Σταμούλη, Θεσσαλονίκη 2013 , σσ. 389-97
[2] Ιωάννης Δελένδας, Οι Καθολικοί της Σαντορίνης, Αθήνα 1949, σ. 99.
[3] Για τον αποστολικό επισκέπτη Ιωσήφ Sebastiani, βλ. Κασαπίδης, Προσωπογραφία, σσ. 422-7
[4]
Νικ. Κοκκαλάκης, «Η εν Θήρα Ιερά Μονή των Δομηνικανίδων», στο Μιχαήλ Δανέζη,
Σαντορίνη, Αθήνα 1971, σ. 167. Πρβλ. και G. Hofmann
, Vescovadi Cattolici della Grecia, Thera - Santorino, Roma 1941, σ. 91.
[5] Για τον αποστολικό επισκέπτη Αντώνιο Giustiniani, βλ. Κασαπίδης, Προσωπογραφία, σσ. 296-8
[6] Δελένδας , Οι Καθολικοί, σσ. 99-100
[7] Hofmann , Santorino, σ. 45
Y.Γ. Καλλιστορώντας: Με ιδιαίτερη τιμή δημοσιεύουμε απόσπασμα άρθρου ενός από τους πιο σημαντικούς φιλοθηραίους ερευνητές του κ. Κασαπίδη για την ιστορία της Ιεράς Μονής Δομηνικανίδων .