Τετάρτη 15 Μαΐου 2024

Οι Σαντορινιοί του Πειραιά και τα "σαντορινέικα" του Αγίου Νείλου


Πηγή : PireotikaGr
Pireotika Gr


Μέρος Α 

Στα τέλη του 19ου αιώνα, το αναπτυσσόμενο λιμάνι του Πειραιά αποτελεί πυρήνα έλξης για τους νησιώτες. Τα νησιά ανέκαθεν υπήρξαν πηγή ανθρώπινου δυναμικού. Ανάμεσα τους και οι Σαντορινιοί προσδοκώντας ένα καλύτερο μέλλον. Από το site του συλλόγου των εργαζομένων Δήμου Πειραιά (www.sedpeiraia.gr/sp21/index.php/nea/istoria?2378-kathe-geitonia-kai-mia-istoria-kathe-dromos-kai-mia-anamnisi) πληροφορούμαστε ότι η συνοικία Καμίνια στη βιομηχανική ζώνη του λιμανιού πήρε την ονομασία της από την ενασχόληση Θηραίων, Μεγαρέων, Μυκονιατών, Σαλαμίνιων και Κύθνιων στην κεραμοποιία, εξού και «Καμίνια» από τις καπνοδόχους των ατμοκίνητων βιοτεχνιών. Στο βιβλίο «Πλήρης οδηγός του Πειραιώς 1906-1907» του Γ. Αλεξάκη είναι καταγεγραμμένο ότι στην οδό αγ.Αναργύρων Καμινίων, εδρεύει ήδη από το 1906 «Σύλλογος Θηραίων εν Πειραιεί» με πρόεδρο τον Αντ.Σαρρή, αντιπρόεδρο τον Γ.Καραβία και γραμματέα τον Μ.Ζώρζο.  Μέχρι σήμερα υπάρχει στα Καμίνια οδός Θήρας. 


Παράλληλα στο κυρίως λιμάνι, Σαντορινιοί εργάτες ασχολούνται στην φορτο-εκφόρτωση του κάρβουνου στην ακτή Ξαβερίου, της οποίας η προβλήτα παίρνει την ονομασία «Καρβουνιάρικα» (στον προλιμένα δεξιά του εισπλέοντος, λίγο πριν τον αγ.Νικόλαο). Φορτωμένοι με σακιά και κατάμαυροι από την ασβόλη, σε συνθήκες εργασίες που προκαλούσαν προβλήματα στην υγεία τους, κουβαλούσαν το απεχθές σε όλους τους υπόλοιπους λιμενεργάτες, κάρβουνο. Το χώμα, οι πέτρες ακόμα και τα θαλασσινά νερά, ήταν ποτισμένα με την κατάμαυρη σκόνη.  «Οι Σαντορνιοί στα κάρβουνα, οι Κρητικοί στα στάρια και οι Μανιάτες μας κάποι* παλληκάρια» έλεγαν ειρωνικά οι Μανιάτες λιμενεργάτες, θέλοντας να καυχηθούν ότι όλοι οι υπόλοιποι κάνουν τις βαριές δουλειές ενώ εκείνοι είναι «επιβλέποντες» (*κάποι=επιβλέποντες). 



Παράλληλα στην ακτή Ξαβερίου, δίπλα στα Καρβου'νιάρικα, λειτουργούσαν και τα ξυλοναυπηγεία. Γνωστοί  μετέπειτα Σαντορινιοί ξυλοναυπηγοί «μαθήτευσαν» ως εργάτες και έμαθαν την τέχνη του καραβομαραγκού στους ταρσανάδες του Ξαβέριου.

 

Όμως με την έλευση της ποντοπόρου ναυτιλίας στις αρχές του 20ου αιώνα, το σκηνικό αλλάζει. Το λιμάνι του Πειραιά γίνεται πρόσφορο για τους Σαντορινιούς ναυτικούς να στραφούν στα νεόφερτα πλοία. Οι Σαντορινιοί καραβοκύρηδες/καπεταναίοι των παλιών ιστιοφόρων αρχίζουν να μετοικίζουν στον Πειραιά. Εγκαθίστανται στη γεωγραφική ελίτ της πόλης, στο κέντρο κοντά στον αγ.Σπυρίδωνα, για να είναι πλησιέστερα στην Ακτή Μιαούλη που αποτελεί μέχρι σήμερα την καρδιά της ελληνικής ναυτιλίας. Από την άλλη, οι μηχανικοί και τα πληρώματα κατευθύνονται πάνω από τα «Καρβουνιάρικα», στο κέντρο της Πειραϊκής Χερσονήσου, στη γειτονιά που σήμερα δεσπόζει ο ναός του αγ.Νείλου. Στη περιοχή υπήρχαν ήδη και άλλοι νησιώτες, κυρίως Δωδεκανήσιοι. Βέβαια εκείνη την περίοδο δεν υπήρχε ακόμη ο αγ.Νείλος. Ο σεβαστός αριθμός που συγκεντρώθηκε δημιούργησε κι την ανάγκη συσπείρωσης. Έτσι το 1919 ιδρύεται στο Πειραιά από Οιάτες ο «Σύνδεσμος Απανταχού Θηραίων ‘Αγ.Γεώργιος’», του οποίου σκοπός μεταξύ άλλων ήταν και ο πανηγυρισμός του εν Οία ιερού ναού αγ.Γεωργίου. 

Παρά τους διαδοχικούς πολέμους (Βαλκανικοί, Ά Παγκόσμιος. Μικρασιατική καταστροφή) οι Σαντορινιοί αφήνουν το ίστιο και στέφονται στον ατμό εισβάλλοντας δυναμικά στη ποντοπόρο ναυτιλία. Οι πάλαι ποτέ μεγαλοκαπεταναίοι  (Λ.Νομικού, Π.Νομικού, Γ.Σιγάλα, Ε.Πλατή κλπ) εξελίσσονται σταδιακά σε εφοπλιστές και τις δεκαετίες ’20-’30 αποτελούν εξέχοντα πρόσωπα στην Πειραϊκή κοινωνία με κύρος και λόγο.

Εν τω μεταξύ, η έλευση των Σαντορινιών στο Πειραιά, την περίοδο του Μεσοπολέμου, αυξάνεται όλο και περισσότερο καθώς σε αυτό συμβάλει και η ηφαιστειακή δραστηριότητα της περιόδου. Πλέον δεν ήταν μόνο οι ναυτικοί με τις οικογένειες τους. Ήταν και εκείνοι που δεν ασκούσαν το ναυτικό επάγγελμα, όμως επιζητούσαν καλύτερη προοπτική διαβίωσης στο πρώτο λιμάνι. Έτσι κατέφθαναν Σαντορινιοί πάσης φύσεως επαγγέλματος, από όλα τα χωριά του νησιού, το Ημεροβίγλι, το Βουρβούλο, τα Φηρά, τη Μεσσαριά, το Εμπορείο, το Ακρωτήρι, τον Πύργο ακόμα και τη Θηρασιά, βρίσκοντας εργασία ως τεχνίτες ή υπάλληλοι.   Το 1928 ιδρύεται και ο αρχικός ναός του αγ.Νείλου για να καλύψει τις αυξανόμενες ανάγκες της περιοχής με την έλευση και των μικρασιατών.

Τη δεκαετία του ’30, τα «σαντορινέικα» δηλαδή η γειτονιά των Σαντορινιών πέριξ του αγ.Νείλου, ήταν πια γεγονός. Δίπλα τους τα «καρπάθικα», τα «συμιακά» και οι λοιπές παροικίες νησιωτών όπως Ροδίτες, Λέριοι, Καλύμνιοι, Παριανοί, Κιμωλιάτες, Ναξιώτες, Μυτιληνιοί κλπ.  Στη περιοχή δέσποζε και το καφενείο του Γιάννη και της Ελένης Παπαμιχαήλ. Ο γιος τους, ο μικρός Δημήτρης, μεγαλώνει και παίζει στους χωμάτινους δρόμους με αρκετούς συνομήλικους του Σαντορινιούς. Το καφενείο του Παπαμιχαήλ λειτουργούσε ενίοτε και ως «πρακτορείο» άτυπου ταχυδρομείου, τόσο για τους Σαντορινιούς όσο και για αρκετούς νησιώτες της περιοχής. Αφήνονταν δέματα προερχόμενα από τη Σαντορίνη και στη συνέχεια οι παραλήπτες τους πήγαιναν στο καφενείο για να τα πάρουν. Ωστόσο οι Σαντορινιοί σύχναζαν και στα καφενεία του Κουρτέση και του Κοντοστού στη λεωφόρο Χατζηκυριακού. Τη ίδια περίοδο, ο Θωμάς και η Παναγούλα Καρρά από την Οία δωρίζουν την οικία τους και δημιουργείται ο ναός της Παναγιάς της Μαρουλιανής στην οδό Φλέσσα, μέσα στα «σαντορινέικα». Ο ναός αφιερώνεται στον ομώνυμο ναό στην Φοινικιά της Οίας (Υπαπαντή). Οι Σαντορινιοί του Πειραιά είχαν πια τη δική τους εκκλησία στο Πειραιά να συσπειρώνονται, το δικό τους πανηγύρι να εορτάζουν μακριά από το νησί τους.

 

Δεκαετία ‘40. Με την κήρυξη του πολέμου, πολλά ελληνικά πλοία επιτάσσονται από το ελληνικό κράτος για να συνεισφέρουν στον αγώνα, μεταξύ αυτών τα «Αη-Γιώργης» και «Τέτη» της Καδιώς Σιγάλα. Η Κατοχή που ακολουθεί επιφέρει πολλά δεινά καθώς η φτώχεια, η πείνα και η φυματίωση  γίνονται αιτίες για το θάνατο αρκετών Σαντορινιών στο Πειραιά. Μικρά Σαντορινόπουλα, όπως και πολλά παιδιά της εποχής,  βγαίνουν στο μεροκάματο για να βοηθήσουν όπως μπορούν τις οικογένειες τους προκειμένου να μπει έστω και λίγο φαγητό στο σπίτι. Σαν μικροί «Γαβριάδες» του λιμανιού, βρίσκουν ευκαιριακές δουλειές για θελήματα, μικροί λούστροι ή αχθοφόροι. Δύσκολα χρόνια για όλους. Ο τότε προαύλιος χώρος του αγ.Νείλου μετατρέπεται σε άτυπο νεκροταφείο όπου ενταφιάζονταν κρυφά οι νεκροί της περιοχής. Οι  συγγενείς δεν δήλωναν το θάνατο για να διατηρήσουν την κάρτα συσσιτίου. Από το βιβλίο του ιερέως π.Δημητρίου Μπάτση «Ο Ιερός Ναός Αγίου Νείλου Πειραιά» μαθαίνουμε πως όταν στα μετέπειτα χρόνια, στις εργασίες αναστύλωσης του ναού ανακαλύφθηκαν οι τάφοι της Κατοχής, τα οστά μεταφέρθηκαν στην «Ανάσταση» το Δημοτικό Κοιμητήριο του Πειραιά.  Μεταξύ αυτών και οστά Σαντορινιών, όμως για ευνόητους λόγους προσωπικών δεδομένων δεν μπορούμε να δημοσιοποιήσουμε ονόματα και οικογένειες. 







Ο βομβαρδισμός του λιμανιού στις 11-1-1944 από τους Συμμάχους ήταν από τα μεγαλύτερα πλήγματα. Ο Πειραιάς ισοπεδώνεται. Οι νεκροί εκατοντάδες. Πολλοί επιζώντες κάτοικοι, μεταξύ αυτών και
Σαντορινιοί, καταφτάνουν στην Αθήνα με τα πόδια! Πρόσφυγες «βομβόπληκτοι» σαν καραβάνια, στήνουν πρόχειρους καταυλισμούς κυριολεκτικά όπου βρουν στο κέντρο της πρωτεύουσας.  Με τον κίνδυνο όμως επίταξης της Πειραϊκής Χερσονήσου από το κράτος, οι περισσότεροι επιστρέφουν στις γκρεμισμένες γειτονιές τους προσπαθώντας να ορθοποδήσουν από την αρχή. Υπάρχουν όμως και αρκετοί που αποφασίζουν να παραμείνουν στην Αθήνα και να εγκατασταθούν εκεί.


Ο βομβαρδισμός του Πειραιά και τα όσα βίωσαν οι Σαντορινιοί  είναι αδύνατον να περιγραφούν σε μια παράγραφο. Δεν είναι τυχαίο ότι οι επόμενες γενιές (μετά τον πόλεμο) περιέγραφαν όσα έζησαν οι δικοί τους, σαν να τα βίωσαν και οι ίδιοι. Χάραξε τόσο ανεξίτηλα τις ζωές τους, όσο και ο σεισμός του 1956. Και εδώ είναι η τραγική ειρωνεία: Σαντορινιοί που επέζησαν του βομβαρδισμού του Πειραιά, έμελλε κάποιοι από αυτούς, να ζήσουν και το σεισμό του 1956.

 

 

Συνεχίζεται….

Οι Σαντορινιοί του Πειραιά και τα «σαντορινέικα» του Αγ.Νείλου Β μέρος…

Τις μεταπολεμικές δεκαετίες, οι Σαντορινιοί εφοπλιστές έχουν κυρίαρχο ρόλο στο μεγάλο λιμάνι και στη Πειραϊκή κοινωνία. Ο Λουκάς Νομικός α...