Ήταν 9
Ιουλίου 1956, 5.30 το πρωί όταν δύο σεισμοί άνω των 7 ρίχτερ, συγκλόνισαν το
νησί και προκάλεσαν μεγάλες καταστροφές. Πάνω από 2000 σπίτια έπαθαν ζημιές και
πάνω από 50-60 άτομα έχασαν τη ζωή τους.[1] Ως
απόρροια του μεγάλου σεισμού η κοινωνική δομή της Σαντορίνης αλλάζει[2]. Τα
κατεστραμμένα σπίτια[3]
οδηγούν σε αναγκαστική μετανάστευση στην Αθήνα των κατοίκων, οι ζημιές σε
αγροτικές περιοχές, και στις βιομηχανίες κυρίως ντομάτας οδηγούν σε μαρασμό
τους εναπομείναντες στο νησί. Ο μεγάλος
σεισμός της Σαντορίνης του 1956, ήταν η βασικότερη αιτία αλλαγής της φύσης του
νησιού: Αναγκαστική μετακίνηση πληθυσμού στην Αθήνα και τον Πειραιά, λόγω της
μεγάλης καταστροφής κτηρίων, εγκατάλειψη αγροτικών περιοχών, εσωτερικές μετακινήσεις και δημιουργία νέων
χωριών. Η σχεδόν ολιστική επαναπροσέγγιση της κοινωνίας της Σαντορίνης οδήγησε
στην κατά βάση τουριστική ανάπτυξη του νησιού και στην παράλληλη σε μικρότερο
επίπεδο ανάπτυξη της γεωργικής καλλιέργειας .Η προσπάθεια ανοικοδόμησής του
ξεκινάει από τη δεκαετία του 1960.
«Να δώσει ο Θεός να μη ξαναγίνι τέθοια συμφορά» είναι η χαρακτηριστική φράση όλων έζησαν
αυτές τις στιγμές…. Μια συμφορά που έμελε να αλλάξει τα πάντα…. Οι εικόνες
αυτές μένουν όμως χαραγμένες στο νου των ανθρώπων που τις έζησαν. Οι εικόνες
αυτές "εμφανίζονται" και πάλι κάθε που πλησιάζει ο μεγάλος σεισμός
της "αλλαγής". Οι άνθρωποι ακόμα πονάνε...συγκινούνται... Σαν να γινε
ο σεισμός μια μέρα πριν... όχι πάνω από μισό αιώνα...!
Και από την άλλη πλευρά η εκκλησία σύμβολο του σεισμού, η εκκλησία του Αγίου Παγκρατίου στο Καμάρι της Σαντορίνης ανεγέρθηκε μετά τον καταστροφικότατο σεισμό της 9ης Ιουλίου του 1956, ανήμερα της εορτής του Αγίου, στέκει και τιμάει τη Μνήμη του Αγίου …και την
Μνήμη της Ιστορίας.
Το τσουνάμι έφτασε μέχρι και τα 3,8 μ. στην ανατολική
Κρήτη. Εγινε αντιληπτό σε Ναύπλιο, Εύβοια, Τήνο, Σύρο, Αστυπάλαια, Ανάφη,
Σαντορίνη, Φολέγανδρο, Σίκινο, Νάξο, Σάμο, Κω, Κάλυμνο, Νίσυρο, Λειψούς, Πάτμο,
Τήλο, Χάλκη, Ρόδο και ακόμη στην Τουρκία (Σμύρνη, Αλικαρνασσό)[4].
«Η ελληνική κυβέρνηση στέλνει εσπευσμένα
βοήθεια από αέρος[5]
και θαλάσσης στα νησιά του Αιγαίου όπου ένας σεισμός και το παλιρροιακό κύμα
που ακολούθησε προκάλεσαν τουλάχιστον 46 θανάτους, - η λίστα των απωλειών
αναμένεται να μεγαλώσει- και κατέστρεψαν πολλά χωριά», γράφει χαρακτηριστικά η
αμερικανική εφημερίδα «The Spokesman Review», στις 9 Ιουλίου 1956.
Σημειώνει ακόμα πως όλα τα ελαφρά πλοία του ελληνικού ναυτικού σπεύδουν εκεί,
όπως και αμερικανικά στρατιωτικά αεροσκάφη. « Η πρωτεύουσα ισοπεδώθηκε εντελώς,
όπως επίσης και η πολίχνη στη βορεινή απόληξη του νησιού», αναφέρει ο
επιτετραμμένος τύπου της Αμερικανικής Πρεσβείες Theodor Jeckell . Την επομένη, η
σκοτσέζικη «Glasgow Herald», εκτός από την εκτενή
περιγραφή, αναφέρει εκτιμήσεις, σύμφωνα με τις οποίες η ενέργεια που
απελευθερώθηκε από το «ρήγμα της Αμοργού», είχε την ισχύ 10.000 ατομικών
βομβών. Η «Free Lance Star», την ίδια μέρα
επικαλείται τις δηλώσεις του Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή, που κάνουν
λόγο για 42 νεκρούς, ενώ σημειώνει πως όλοι οι κάτοικοι κοιμούνται στην
ύπαιθρο.
Ενώ ο «Νεολόγος Πατρών γράφει : Ανήλθον εις
53 τα Θύματα του σεισμού εις Σαντορίνην. Προγραμματίζεται μόνιμος στέγασις των
πληγέντων.Συγκλονιστική περιγραφή του σεισμού. Ήτο διάρκειας 45 δευτερολέπτων.
Οικογένειαι ολόκληροι εφονεύθησαν. Εσημειώθησαν 257 δονήσεις. Ήρχισεν
εκδηλούμενην η διεθνής αλληλεγγύη. Παρέχεται ήδη βοήθεια
εις τρόφιμα, σκηνάς και νοσηλευτικόν υλικών.
Η Νέα Θεομηνία Αι συγκεντρούμεναι από την Θήρα και την Δωδεκάνησον
πληροφορίαι παρουσιάζουν μεγάλύτερον ολονεν το μέγεθος της καταστροφής που
έπληξε την Ελληνική αυτήν περιοχή …..[..] Κατά την παρούσαν στιγμήν, όμως το
πλήγμα που εδέχθη η Θήρα και μαζί της η Δωδεκάνησος είναι υπέρ την αντοχή των.
Μόναι του δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν την δυστυχίαν η οποία μοιραίως θα
εκσπάση εις αυτάς. Το πανελλήνιον αποτελει μία οικογένειαν και μέλη των κόλπων
της είναι τα πληγέντα αυτά νησιά. Και το κράτος κινητοποιούμενον
κεραυνοβόλως, πρέπει να συντελέση εις την ανακούφισιν και την ανόρθωσιν των
ερειπειών».
Οι αφηγήσεις
από το σεισμό είναι χαρακτηριστικές :
1. Δον Νίκος Κοκκαλάκης: … « Οι σκηνές που
ζήσαμε περνούν μπροστά στα μάτια μας. Πρώτα απ όλα η σκέψη και η προσευχή μας
στρέφονται στα αγαπημένα πρόσωπα που ανασύρθηκαν νεκροί από τα συντρίμμια: τη
μάνα με τα παιδιά που θάφτηκαν ζωντανά μέσα στο
υπόσκαφο σπίτι τους, την οικογένεια που ήρθε στο νησί την Κυριακή το βράδυ για
να περάσει το καλοκαίρι και τη Δευτέρα το πρωί βρήκε τον θάνατο μέσα στο σπίτι
που γκρεμίστηκε…. Οι πρώτες ημέρες και οι πρώτες νύχτες ήταν ατελείωτες και
γεμάτες αγωνία για το τι ακόμη επρόκειτο να συμβεί . Μερικοί έφυγαν για την
Αθήνα με το πρώτο πλοίο που ήλθε στο νησί με τους γιατρούς, και τα είδη πρώτης
ανάγκης. Οι περισσότεροι έμειναν, αλλά εγκαταστάθηκαν στα χωράφια. Το μόνο
κτήριο που έμεινε ανέπαφο ήταν το ξενοδοχείο Ατλαντίς, που μόλις είχε τελειώσει
και είχε κτισθεί με τις αντισεισμικές προδιαγραφές. Έτσι μπόρεσε να δεχθεί τους
πρώτους κρατικούς λειτουργούς. …..[] Εκείνο το πρωινό της καταστροφής μόλις
είχα φθάσει στον Πειραιά μετά ολιγοήμερη παραμονή στη Σύρο. Μόλις με είδαν οι
φίλοι μου μου ανήγγειλαν πανικόβλητοι « χάθηκε η Σαντορίνη, ένα σύννεφο σκόνης
έχει σκεπάσει το νησί….» Επιβιβάστηκα στο πρώτο πλοίο που έφυγε για το μεσημέρι
για τη Σαντορίνη, το γνωστό σε όλους τους Σαντορινιούς « Μοσχάνθη» και
έφθασα την επόμενη ημέρα το βράδυ . Από την Περίσσα που αποβιβαστήκαε πήγα κατ
ευθείαν στα χωράφια στην περιοχή του Σταυρού στο Κοντοχώρι όπου βρήκα όλους
τους ενορίτες…. Θυάμαι την αυτοθυσία των νέων παιδιών που κινητοποιήθηκαν από
την πρώτη στιγή για να προσφέρουν βοήθεια όπου και όπως μπορούσαν. Όσα από τα
παιδιά είχαν μείνει στο νησί – γιατί πολλά είχαν στεγαστεί στη Νέα Μάκρη , στο
Ίδρυα των Αδερφών της Παμμακάριστου – οι αδερφές του Ελέους τα προσκάλεσαν να
μείνουν για να βοηθήσουν στη δύσκολη αυτή περίσταση τις οικογένειες που
επλήγησαν Οι Θηραίοι πάντα θυμούνται με ευγνωμοσύνη αυτή την προσφορά τους.
Θυμάμαι τις Λειτουργίες στο Ναό του Αγίου
Γεωργίου στο Κοιμητήριο ή στο ναό του Αγίου Αντωνίους το Κοντοχώρι που ήταν
μισογκρεμισμένοι και επικίνδυνοι πράγμα που δεν είχαμε αισθανθεί τις πρώτες
ημέρες…..(Γ.Κοκκαλάκη: Η Σαντορίνη και η Οικογένεια Κοκκαλάκη )
2 Όπως μου είπε κοιμόντουσαν, ήταν ξημερώματα
γύρω στις 6 παρά τέταρτο. Λίγα λεπτά πριν γίνει ο σεισμός, η καρδερίνα που
είχαν φτερούγιζε έντονα μέσα στο κλουβί, σε σημείο που το πουλί χτυπιόταν
κυριολεκτικά στα σίδερα του κλουβιού. Τους ξύπνησε ο θόρυβος από το πρωτόγνωρο
φτερούγισμα και κατάλαβαν ότι θα γίνει σεισμός γιατί τα ζώα προαισθάνονται τα
σημάδια της φύσης. Δεν πρόλαβαν όμως να κατέβουν από τα κρεβάτια και άρχισε.
Ευτυχώς που το σπίτι μας ήταν υπόσκαφο. Αυτό τους γλίτωσε! Πρώτα όπως μου είπε
ήρθε ένα έντονο βουητό από τα έγκατα της γης που βούλωνε τα αυτιά και μετά το
«κούνημα». Από το έντονο βουητό άνοιξε διάπλατα η εξώπορτα που ήταν κλειστή με
τους μαντάλους! Αρχικά το κούνημα ήταν «πλαγιαστό» και μετά «χοροπηδηχτό,
πάνω-κάτω». Τα έπιπλα χοροπηδούσαν και από τη μια μεριά των τοίχων βρέθηκαν
στην άλλη. Χαρακτηριστικά όπως μου είπε ένας μπουφές της προγιαγιάς μου,
ασήκωτο έπιπλο βαρύ ξύλινο γεμάτο γυαλικά που άλλοτε χρειαζόταν 6 άτομα για να
καταφέρουν να το μετακινήσουν, χοροπηδούσε στον αέρα! Νόμιζες ότι οι 2 τοίχοι
του υπόσκαφου πάλλονταν, δηλαδή έσμιγαν και μετά πάλι χωρίζανε. Δεν έμεινε
τίποτα όρθιο από έπιπλα μέσα στο σπίτι: μπουφέδες, γυαλικά, κάδρα, όλα ήρθαν
τούμπα. Εκτός από το εικονοστάσι που ήταν άθικτο στη θέση του κρεμασμένο με
όλες τις εικόνες μέσα! Ούτε ένα λεπτό δεν κράτησε ο σεισμός και όταν τελείωσε
και βγήκαν έξω στην αυλή.Στο δρόμο πάνω από το υπόσκαφο σπίτι μας υπήρχε ένα
μαγαζί. Έπεσε όλο το μαγαζί όπως ήταν μέσα στην αυλή μας και από το πολύ βουητό
που είχε ο σεισμός, κάνεις μέσα στο σπίτι δεν άκουσε τη κατεδάφιση του
μαγαζιού!!!!! Το είδαν πως είχε πέσει όταν πλέον βγήκαν στην αυλή. Το ότι δεν
πρόλαβαν να βγουν έξω και ο σεισμός τους «έπιασε» μέσα στο σπίτι ήταν η σωτηρία
τους! Γιατί αν είχαν βγει στην αυλή, θα είχαν σκοτωθεί από το μαγαζί που ήρθε
σωρό-κουβάρι μέσα στην αυλή μας.
Ένα σύννεφο σκόνης είχε σκεπάσει τα πάντα
σαν ομίχλη, δεν έβλεπες ούτε σε μισό μέτρο, άκουγαν μόνο τις φωνές των γειτόνων
από δίπλα που φώναζαν: «γρήγορα όλοι στα αμπέλια, θα γίνουν και άλλοι σεισμοί».
Όπως ήταν με τα νυχτικά μου είπε η θεία μου έφυγαν για τα αμπέλια, αφήνοντας τα
σπίτια ανοιχτά χωρίς να πάρουν τίποτα μαζί τους. (Στη σημερινή εποχή αν γινόταν
κάτι ανάλογο, θα είχε γίνει αμέσως πλιάτσικο στα ανοιχτά σπίτια. Όμως τότε δεν
υπήρχαν αλλοδαποί μετανάστες, δεν υπήρχε ακόμη τουρισμός ούτε ξένοι. Ήταν μόνο
οι ντόπιοι, οι συγχωριανοί. Όλο το χωριό ήταν σαν μια οικογένεια. Δεν υπήρχε
φόβος να αφήσεις το σπίτι σου ανοιχτό και να φύγεις, δεν έκλεβε κανείς. Δεν
υπήρχε εγκληματικότητα. Ποιος θα έκλεβε? Ο συγχωριανός σου που τον ήξερες πιο
καλά και από τον αδερφό σου? Αλλά χρόνια τότε..Βγαίνοντας στην αγορά, στο
κεντρικό δρόμο της Οίας αντίκρισαν την καταστροφή του χωριού.
Τα καπετανόσπιτα, τα μαγαζιά και γενικά τα
περισσότερα σπίτια του «κεντρικού δρόμου» είχαν κατεδαφιστεί. Τα κτίρια δηλαδή
που ήταν με ταράτσες. Τα υπόσκαφα όμως άθικτα!!!! Ούτε ρωγμή στους τοίχους!!!
Και για αυτό οι θάνατοι ήταν αυτών που δεν μένανε σε υπόσκαφα.
Επειδή είχαν πέσει τα σπίτια και τα μαγαζιά
της αγοράς (εξού και η σκόνη που είχε καλύψει όλο το χωριό) όλοι οι δρόμοι του
χωριού ήταν γεμάτοι από μπάζα και αναγκαστικά για να περάσουν να φύγουν
σκαρφαλώνανε πάνω στα μπάζα. Λόφοι από μπάζα πάνω από 2 μέτρα!! Τις γριές και
τους γέρους τους παίρνανε καβάλα στους ώμους τους οι νέοι. Αν άκουγαν μέσα στα
χαλάσματα φωνές, όπως-όπως έσκαβαν για να σώσουν τον πλακωμένο από τα μπάζα.
Στην Αρμένη και στο Αμμούδι οι βάρκες
"ανέβηκαν" πάνω στην προκυμαία.Η φουσκωμένη θαλασσα δηλαδή
"ανέβασε" τις βάρκες και τις "αφησε" πάνω στο μώλο!! Όσοι
ψαράδες βρίσκονταν εκείνη την ώρα είτε στην Αρμένη είτε στο Αμμούδι, καθώς
ανέβαιναν τις σκάλες για να φτάσουν στο χωριό οι πέτρες από τα γκρεμνά κυλούσαν
ασταμάτητα και τους χτυπούσαν.Μαζεύτηκαν στα χωράφια στο Θόλο γύρω από τον Αγ.
Γεώργιο της Πάπενας. Όπως μου είπε κάθε τρεις και λίγο η γη κουνιόταν και
έλεγαν: «νατος πάλι». Την ημέρα εκείνη θα πρέπει να έγιναν τουλάχιστον 300
σεισμοί. Κάθε 2-3 λεπτά και άλλος. Για μέρες ολόκληρες κάθε τόσο και λιγάκι η
γη κουνιόταν. Τους έσωσε ότι ο σεισμός ήταν «υποθαλάσσιος» και όλη η ενέργεια
του έπεσε στη θάλασσα........»
3. « Ο πατέρας μου ήταν μόλις 9 ετών τότε
και μου έχει πει όσα λίγα θυμάται. Ήταν στην Αγία Φωτεινή στο Μεγαλοχώρι. Είχαν
πάει με τον παππού μου τον Νικολό και το θείο μου τον Ανάργυρο να σομαρώσουνε
τα μουλάρια για να ξεκινήσουνε να θερίσουνε το κριθάρι.. Ήταν 5 μιση με 6 όταν
έγινε ο πρώτος σεισμος. Θυμάται τα μουλάρια να γυρίζουν γύρω γύρω μες στην
μάντρα , να ρουθουνιζουν σαν τρελλά και να σηκώνονται όρθια στα πισινά τους πόδια.
Κανείς άλλος δεν προαισθάνθηκε το κακό πέρα από τα ζώα Μόλις έγινε ο σεισμός ο
παππούς έτρεξε στο χωριό να προλάβει να ξυπνήσει τους συγγενείς.
4. Αφηγήσεις ζωής από το ραδιοφωνικό αφιέρωμα
της εκπομπής « Τσάρκα στα Νησιά» ( 2011) http://kallistorwntas.blogspot.gr/2011/07/1956.html
Και πως περνούσαν οι μέρες μετά το σεισμό
Άμεση κινητοποίηση Κυβέρνησης ιδιωτών πολιτών, Θηραίων της Αθήνας για να
βοηθήσουν το νησί τους Χαρακτηριστικό το απόσπασμα από τα ΕΠΙΚΑΙΡΑ
εκείνης της εποχής …
Η Εκκλησία του Τιμίου Σταυρού στην Περίσσα κατά τη διάρκεια της ανοικοδόμησής της. |
ενώ ο Παναγιώτης Μυτιληναίος συμπληρώνει … «Καθώς
ακόμα νωπές είναι οι πληγές που μας άφησε ο σεισμός του 56 το νησί αργοπεθαίνει
οικονομικά. Χιλιάδες Σαντορινιοί ξενιτεύονται και πάνε στην Αθήνα για να ζήσουν
τις οικογένειες τους. Πολλές από αυτές μένουν πίσω για να κρατούν ζωντανά τα
σπίτια τα αμπέλια και το βιος. Μιλάμε για σκληρές και άσχημες μέρες.
Μια φέτα ψωμί με λίγο λαδάκι και λίγο πελτέ
ήταν το πολυτελές κολατσιό μας.
Κρυφτό μέσα στα χαλάσματα που άφησε ο
σεισμός , στο κόκκινο σπίτι του Νομικού , στα υπόσκαφα του Κοντοχωριού και στη
πλατεία Σαρπάκη ήταν το παιχνίδι μας. Κρυφτοντενεκές με το Στάθη το Καραμανλή ,
τον Αντώνη το Μανιέμο , το Μιχάλη το ρίφι, το Στέλιο τον εισπράκτορα, το Σίμο
το Μπελλώνια, τον Λουκά το Σμπάρα, το Γιώργο το κεφτέ, το Στάθη τον
Αμπαζόγλου,το Σταύρο και το Μανώλη το Χάλαρη, την παλιοπαρέα δηλαδή των Φηρών,
κάθε μέρα στη πλατεία του Σαρπάκη.
Περνούσαν οι μέρες δύσκολα αλλά όμορφα.»
Αλήθεια και εμείς τι κάνουμε σήμερα; Διασκεδάζουμε;
Τιμάμε μέσω γλεντιού το σεισμό; Σίγουρα
η ζωή προχωράει και εξελίσσεται, σίγουρα καλό θα είναι να υπάρχουν έργα και
μέλλον, απλά όποιος σκεφτεί πως μέσα σ αυτά τα σπίτια, κάποτε υπήρχε αγνή,
δύσκολη, και όμορφη ζωή, των προγόνων μας, θα προσπαθούσε να ανακαινίσει και
όχι να κατεδαφίσει. Ίσως να μην είναι πρακτική η σκέψη αλλά πολλοί ίσως αναλογιστούν ότι οι εικόνες του
σεισμού πρέπει να μείνουν ξεχασμένες. Ας ξεχάσουμε το λόγο που τα έκανε έτσι,
ας θυμηθούμε όμως την αξία, την αγνότητα και την δύναμη όλων όσων έζησαν
τότε.... «Οι τρομαχτικές καμπάνες
της 9 Ιουλίου μάλλον δε συνετίζουν κανένα. Και ίσως έτσι είναι το σωστό. Η
ανθρωπότητα προοδεύει γιατί ξεχνά τον τελικό θρίαμβο του θανάτου και
συμπεριφέρεται σα να είναι αιώνια.» (Μ. Αρβανίτη Σωτηροπούλου).
Γιατί ο αυτόματος πιλότος της Σαντορίνης μπορεί πάντα να
την φέρνει στην κορυφή της τουριστικής αναγνώρισης…. Μπορεί πάντα να
συνεχίζεται ο αέναος εκμαυλισμός της… Η Ιστορία της όμως γράφεται εκεί που δεν
υπάρχει φως… στις βεγγέρες της νύχτας …στις αχάραγες στιγμές του πρωινού Της…στους ήχους από τα
χλιμιντρίσματα των μουλαράδων… στα πανηγύρια της… στο κορτάρισμα των νέων με
τον παλιό τρόπο … στα αμπέλια…. Στην ελαφρόπετρα… στο χθες… !
[1] Α.Κονταράτος, Σαντορίνη….ό.π., σ.175.
[2] Γράφει ο
Δον Νίκος Κοκκαλάκης - Γενικός
Βικάριος της Καθολικής Επισκοπής Θήρας (1926-2010): « Οι σκηνές που ζήσαμε περνούν μπροστά στα μάτια μας. Πρώτα απ όλα η
σκέψη και η προσευχή μας στρέφονται στα αγαπημένα πρόσωπα που ανασύρθηκαν
νεκροί […]Οι πρώτες ημέρες και οι πρώτες νύχτες ήταν ατελείωτες και γεμάτες
αγωνία για το τι ακόμη επρόκειτο να συμβεί..» Η
Σαντορίνη…. ,ό.π., σ. 221.
[3] «Ηγίνηκε το 1956 μεγαλος σεισμος και ήστειλα τότες δα το Καδιώ να μαζέψει το κόσμο. Τότες ηχαλάσανε τα σπίθια. Ηρχε ο στρατός κι ηγκρέμιζε να βγάλει τον
κόσμο…. Να δώσει ο Θεός να μη ξαναγίνι τέθοια συμφορά! Πάει η Σαντορίνη!» Το απόσπασμα αυτό είναι μέρος προσωπικού
ημερολογίου της Οιάτισσας Πλοικτήτριας Καδιώς Σιγάλα το οποίο αντιγράφει η
εγγονή της. Βλ. Καδιώ Κολύμβα, Η Πάνω Μεριά του Κόσμου, Εκδ. Αρμός σσ. 32-34.
[4] Τι έγινε όμως την 9η Ιουλίου 1956
στην Κάλυμνο: Σύμφωνα πάντα με τις περιγραφές από κατοίκους
της Καλύμνου μόλις σε 13 λεπτά µετά το σεισµό άρχισε να υποχωρεί η θάλασσα, η
οποία σε ορισµένες περιοχές έφθασε τα 200 μέτρα από την ακτογραμμή. Μετά από 5
λεπτά έφθασε στο Καντούκι (περιοχή του νησιού) το πρώτο κύµα κινούµενο µε
αστραπιαία ταχύτητα από Α προς ∆ και στην συνέχεια ακολούθησαν τα άλλα δύο που
κατέκλυσαν το πεδινό µέρος της νήσου σε βάθος 200 µέτρα. Το κύµα έφθασε σε ύψος
3,60 µέτρα. Σε µερικά σηµεία η στάθµη της θάλασσας κατέβηκε ακόμη και 2,5µ
περίπου και σε άλλα ανέβηκε ακόμη και 5,5µ. Στον οικισµό Ποθαία η θάλασσα
αρχικά υποχώρησε και στη συνεχεία επανήλθε µε υπερυψωμένη στάθµη και κατέκλυσε
τα κτήρια κυρίως της παραλίας προξενώντας σοβαρές ζηµιές. Σηµειώθηκαν τρεις
διαδοχικές υποχωρήσεις της θάλασσας, εκ των οποίων η τρίτη ήταν µεγαλύτερη.
Κατά την υποχώρηση τα νερά της θάλασσας παρέσυραν ζώα, δένδρα, σκεύη και
κουφώµατα σπιτιών σε απόσταση 1000–1500µ. Σε µερικά σηµεία παρατηρήθηκε
πρόσχωση της παραλίας, στα περισσότερα όµως απογύµνωση του εδάφους. Περισσότερα
από 30 αλιευτικά σκάφη και ένα µεγάλο ιστιοφόρο παρασύρθηκαν. Τρία άτοµα
πνίγηκαν και µια µεγάλη έκταση καλλιεργήσιμης γης αχρηστεύθηκε από την
κατάκλυση της θάλασσας.
Στην Νάξο;
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι ουσιαστικό πρόβλημα αντιμετώπισε μόνο ο Απόλλωνας
καθώς ήταν και στο μάτι του σεισμού… Αντίθετα, η χώρα της Νάξου σώθηκε χάρη
στην Στελίδα που λειτουργεί ως φυσικό εμπόδιο για την ανάπτυξη ενός τέτοιου
τσουνάμι. Όπως θυμάται ο Τάκης Προμπονάς «εκείνο το πρωινό μόλις είχα γυρίσει στο
σπίτι γιατί είχε έρθει πλοίο από το Πειραιά και όλοι πηγαίναμε για να το
περιεργαστούμε. Άλλωστε βλέπαμε δύο ή τρία κάθε εβδομάδα. Έπεσα για ύπνο γύρω
στις 5,30 το πρωί όταν μετά από μισή ώρα περίπου ένας σοβάς έπεσε στο κρεβάτι
μου και πετάχτηκε όρθιος. Κοιμόμουν στο ρετιρέ μπορούμε να πούμε του σπιτιού,
το ένιωσα αμέσως και φώναξα σεισμός. Κατεβήκαμε όλοι στην παραλία, εδώ που
σήμερα είναι η πλατεία του παλιού δημαρχείου. Μετά από μισή περίπου ώρα είδα τη
θάλασσα να τραβιέται προς τα μέσα και να φτάνει περίπου λίγο μετά την εκκλησία
της Παναγιάς της Μυρτιδιώτισσας. Απίστευτο θέαμα. Τα βράχια που ήταν τότε εδώ
που σήμερα είναι ο κεντρικός μώλος είχαν ξεγυμνωθεί. Η θάλασσα είχε κάτσει
περίπου ένα μέτρο. Αρχίσαμε να περπατάμε το βυθό αλλά γρήγορα γυρίσαμε πίσω. Σε
λίγο η θάλασσα άρχισε να φουσκώνει σιγά σιγά με κινήσεις αργές και χωρίς να
προκαλεί αυτό που λέμε σήμερα τσουνάμι. Ανέβηκε περίπου 80 πόντους πάνω από το
συνηθισμένο και αυτό φάνηκε από το γεγονός ότι το πλοίο Ελπίς του Νομικού (ο
πρόγονος του σημερινού Σκοπελίτη ως προς το δρομολόγιο) είχε ανέβει στη σκάλα.
Μάλιστα όταν τραβήχτηκε το νερό η κοιλιά του πλοίου έμεινε στη σκάλα και υπήρξε
ο κίνδυνος να αναποδογυριστεί αλλά τρέξαμε όλοι και το σπρώξαμε στο νερό.
Γενικά δεν θυμάμαι να δημιουργήθηκε πρόβλημα με το νερό. Αυτό πάντως που μου
έκανε εντύπωση ήταν τα ποντίκια… Ζούσαν στις σπηλιές στα βράχια και με την
άμπωτη του νερού άρχισαν να έρχονται προς την παραλία. Απόβαση κανονική καθώς
μετά την σημερινή πλατεία του παλιού Δημαρχείου υπήρχαν καρνάγια με τις βάρκες
να είναι ανεβασμένες προς την παραλία. Κι εμείς αρχίσαμε να τα κλωτσάμε προς
την θάλασσα. Αλλά πολλά ποντίκια» Πηγή: http://kykladiki.blogspot.gr/2011/03/blog-post_4668.html
Κοινή Γνώμη 16 Ιουνίου
2010