απόσπασμα άρθρου του Ευστάθιου Ευσταθιάδη - Χημικού Μηχανικού Ε.ΜΠ. περιοδικό : "Τεχνικά Χρονικά" τεύχος Μαίος Ιούνιος 2004
«Τη φυσική Θηραϊκή γη, η οποία εκτινασσόταν από το ηφαίστειό της και
κάλυπτε, με \την επενέργεια του ανέμου,
ολόκληρη την επιφάνεια της νήσου Θήρας. Το υλικό αυτό ήταν ήδη ψημένο μέσα στα
έγκατα της γης. Προερχόταν από φυσικά γαιώδη συστατικά, που είχαν ήδη υποστεί
υψηλή θερμική κατεργασία, με σχηματισμό νέων «πυροχημικών ενώσεων» πριν εκτιναχθούν από τα βάθη του ηφαιστείου στον
ελεύθερο αέρα. Η κοκκομετρική σύσταση της φυσικής αυτής ηφαιστειακής Θηραϊκής
γης περιέχει, 20% κατά βάρος περίπου, ιδιαίτερα λεπτότατο συστατικό- που είναι
και το σπουδαιότερο.- Το υπόλοιπο αποτελείται από κόκκους διαφόρων μεγεθών
ελαφρόπετρας (κισσήρεως), αλλά και κόκκους διαφόρων μεγεθών πυκνών βαρέων
ηφαιστειακών πετρωμάτων. Από προγενέστερες προφανώς τεχνικές εργασίες τους και
από τη μακρά εμπειρία τους οι αρχαίοι ΄Ελληνες μηχανικοί είχαν επισημάνει ότι:
το λεπτότατο αυτό φυσικό συστατικό της Θηραϊκής γης, όταν το αναμίγνυαν με
ασβέστη, ο οποίος τουςήταν ήδη από παλαιότερα γνωστός, έδινε μετά την πήξη και
σκλήρυνσή του μία μάζα η οποία παρουσίαζε καλύτερες ιδιότητες, φυσικές και
μηχανικές (τριβής, σκληρότητας κ.λπ.) έναντι άλλων μιγμάτων που περιείχαν όλα
τα είδη των συνυπαρχόντων κόκκων βαρέων πετρωμάτων και ελαφρόπετρας στη Θηραϊκή
γη.
Έτσι, οδηγήθηκαν στην αναζήτηση μίας ενδεδειγμένης ευφυούς
μεθοδολογίας διαχωρισμού του σπουδαιότατου λεπτότατου συστατικού της Θηραϊκής γης από τις υπόλοιπες
συμπαρομαρτούσες κοκκώδεις ελαφρότερες ή και βαρύτερες ύλες, ακόμη και από υπολείμματα
φυτικά. Τέλος, κατέληξαν να χρησιμοποιήσουν και εδώ μία γνωστή τους ήδη
μεθοδολογία που εφάρμοζαν και στη μεταλλουργία για τον καθαρισμό της
πρώτης ύλης
(των μεταλλευμάτων), αλλά επίσης και για την παραγωγή των λεπτότατων
γαιωδών φυσικών τους χρωστικών πρώτων υλών, ξεχωρίζοντάς τη με τη μέθοδο του
υδαταιωρήματος από ακατέργαστες γαιώδεις ποικίλου μεγέθους κόκκων πρώτες ύλες,
που τους ήταν απαραίτητες για τη βαφή και ζωγραφική των υπέροχων κεραμικών
βάζων και αγγείων τους. Η υπέροχη αυτή μεθοδολογία του «υδαταιωρήματος» που
εφάρμοζαν στην πράξη για τη λήψη του λεπτότατου συστατικού από τη χονδρόκοκκη
Θηραϊκή γη ήταν η εξής:1. Σε μεγάλα δοχεία ή σε κτιστές στο έδαφος δεξαμενές
γεμάτες με θαλασσινό νερό προσέθεταν ποσότητα Θηραϊκής γης και την αναμίγνυαν
έντονα, ώστε να προκύψει ένα αιώρημα με διαχωρισμένα όλα τα μεγέθη των κόκκων.
2. Απομάκρυναν τα επιπλέοντα στο νερό συστατικά,
δηλαδή την ελαφρόπετρα και τα
φυτικά
υπολείμματα. 3. Ακολουθούσε αμέσως μετάγγιση του θολού
αιωρήματος που περιείχε το λεπτότατο μόνο συστατικό της Θηραϊκής γης σε άλλα δοχεία, ή σε χαμηλότερα κειμένη
δεξαμενή. Η μετάγγιση αυτή γινόταν χωρίς να παίρνουν το
ανεπιθύμητο βαρύτερο κοκκώδες υλικό που είχε καθιζήσει στον πυθμένα του δοχείου ή
της πρώτης υψηλότερα κειμένης δεξαμενής, το οποίο όμως το χρησιμοποιούσαν για
άλλες τεχνικές τους εργασίες. 4. Άφηναν σε ηρεμία το θολό υδαταιώρημα επί 24/ωρο.
Ακολουθούσε η προσεκτική μετάγγιση και απομάκρυνση μόνο του καθαρού πλέον
θαλάσσιου ύδατος, μετά την καθίζηση που είχε μεσολαβήσει του πολύτιμου
λεπτότατου συστατικού του αιωρήματος στον πυθμένα της δεξαμενής. Εν συνεχεία, το
συνέλεγαν προς φύλαξη, για ναχρησιμοποιηθεί ως έχει, ως ένα από τα δύο
συστατικά του δυαδικού τσιμέντου τους.
Το πολύτιμο αυτό «λεπτότατο συστατικό της Θηραϊκής γης» είναι πλούσιο
σε «άμορφο πυριτικό οξύ», ή αλλιώς όπως λέγεται σε «δραστικό ή ενεργό πυριτικό
οξύ». Αυτό σημαίνει ότι, όταν τούτο αναμιχθεί στο έργο με ένα άλλο και σε
κατάλληλη αναλογία υλικό (ο γνωστός τους από παλαιότερες ακόμη εποχές «
ασβέστης») και προστεθεί στο μίγμα το αναγκαίο νερό, τότε σχηματίζονται στη
μάζα του δυαδικού αυτού μίγματος κατά τη διάρκεια της πήξης και της
συνεχιζόμενης με το χρόνο σκλήρυνσής του, νέες σπουδαιότατες χημικές –
υδραυλικές όπως ονομάζονται αλλιώς – ενώσεις «ένυδρου πυριτικού μονασβεστίου»
CaO ∙SiO2∙2H2 O. Είναι δε ακριβώς ίδιες σαν κι αυτές που σχηματίζονται με την
προσθήκη νερού στο σημερινό από τις τσιμεντοβιομηχανίες παραγόμενο «τσιμέντο
Πόρτλαντ».
Μερικές ακόμη επεξηγήσεις εδώ για το σπουδαιότατο αυτό
πρώτο συστατικό του αρ-
χαίου ελληνικού δυαδικού τσιμέντου είναι:
• Ότι το πρώτο αυτό συστατικό είναι ψημένο ήδη μέσα
στο ηφαίστειο υλικό, όπου λόγω
«πυροχημικών δράσεων» σχηματίστηκε από τα γαιώδη
συστατικά του, με τη δράση
υψηλών θερμοκρασιών το «ελεύθερο άμορφο πυριτικό ή
αλλιώς καλούμενο δραστικό
πυριτικό οξύ» και το οποίο επομένως δεν χρειάζεται
κανένα δεύτερο ψήσιμο μέσα σε
περιστρεφόμενες τεράστιες καμίνους των σημερινών
ανά την υφήλιο τσιμεντοβιομη-
χανιών.
• Το λεπτότατο αυτό συστατικό που ελαμβάνετο με τη η
«μέθοδο του υδαταιωρήματος»,
ήταν τόσο
λεπτό, ώστε ήταν περιττή η πρόσθετη άλεσή του, όπως συμβαίνει με τους
σημερινούς δαπανηρότατους λόγω φθορών και μεγάλης
ποσότητας απαιτούμενης
ηλεκτρικής ενέργειας, για τη λειτουργία τους,
«σφαιροφόρους μύλους» των τσιμε-
ντοβιομηχανιών.
• Σε αντίθεση με το σημερινό τσιμέντο Πόρτλαντ, το
οποίο κατά την αποθήκευσή του
κ.λπ. πρέπει να προφυλάσσεται αεροστεγώς από τη
δράση όχι μόνο του νερού, αλλά
ακόμη και από την υγρασία του αέρος, διότι αλλιώς
θα καταστραφεί πριν καν χρησι-
μοποιηθεί, το λεπτότατο συστατικό του αρχαίου
ελληνικού τσιμέντου, δεν υφίσταται
καμία απολύτως δυσμενή ποιοτική μεταβολή, ακόμη και
αν κορεστεί με νερό και για αυτό το λόγο δεν χρειαζόταν κατά την αρχαία εκείνη
εποχή καμία απολύτως στεγανή
συσκευασία.