Ο αμπελώνας της Σαντορίνης
Του Γιάννη Παρασκευόπουλου, επίκουρου καθηγητή Οινολογίας στο ΤΕΙ Αθηνών
Ενας ιστορικός αμπελώνας, που επιμένει να καρπίζει κάθε χρόνο σε ένα περιβάλλον άνυδρο, δεν μπορεί παρά να είναι μοναδικός.Και χρειάζονται θαρραλέες αποφάσεις για να εξασφαλιστεί το μέλλον του.
Κατ' αρχάς, τα γεγονότα που σηματοδοτούν με ακρογωνιαίο τρόπο το παρελθόν και το μέλλον του αμπελώνα της Σαντορίνης, είναι έξι… για την ακρίβεια 5 + 1! Πρώτο και καλύτερο αυτό της ιστορικότητας του αμπελώνα. Είναι αλήθεια ότι η αρχαιολογική σκαπάνη μάς πηγαίνει πίσω περίπου στο 1500 π.Χ. Ευρήματα στις ανασκαφές του Ακρωτηρίου μάς αποκαλύπτουν ήδη την καλλιέργεια της Vitis vinifera. Αργότερα βρίσκουμε γραπτές μαρτυρίες που περιγράφουν το προσοδοφόρο εμπόριο του Σαντορινιού κρασιού, από τον 15 μ.Χ. αιώνα, με την τσαρική Ρωσία. Ομως, η ιστορικότητα του αμπελώνα της Σαντορίνης δεν είναι μόνον η στατική περιγραφή του παρελθόντος. Αντίθετα από οποιαδήποτε άλλη αμπελουργική ζώνη στον πλανήτη, στη Σαντορίνη δεν χρειάστηκε ποτέ να «ξεπατώσουν» ή να επαναφυτεύσουν τον αμπελώνα τους. Ετσι, τρυγάμε τα σταφύλια ενός αμπελώνα που τα ίδια τα φυτά του, οι αμπελιές που βλέπουμε να ξεπετάγονται από το έδαφος, μπορεί να είναι 60 - 80 ετών όμως το ριζικό σύστημα αυτών των φυτών μπορεί να ξεπερνά σε ηλικία πολλούς αιώνες! Η ιστορία με την δυναμική της έννοια...
Δεύτερη πραγματικότητα είναι αυτή της μοναδικότητας. Ενας αμπελώνας αυτόρριζος, ζωντανός και παραγωγικός εδώ και αιώνες, με φυσική ανοσία στην καταστρεπτική φυλλοξήρα, ένας αμπελώνας με αμπελιές-χειροτεχνήματα οι οποίες θυμίζουν φωλιές πελαργών, ένας αμπελώνας που τελικά επιμένει να καρπίζει κάθε χρόνο σε ένα περιβάλλον άνυδρο, που το μαστίζουν τα μποφόρ και τον καψαλίζει ο ήλιος του Αιγαίου δεν μπορεί παρά να είναι μοναδικός. Και η μοναδικότητα αυτή προεκτείνεται στα ίδια τα κρασιά του. Κρασιά ενός υπερβολικού χαρακτήρα, όπου αλκοόλη, οξύτητες, σώμα, δομή ακόμα και η ικανότητα παλαίωσης συναντώνται σε υπερθετικούς βαθμούς. Κρασιά ακραία όπως η ίδια η γη που τα γεννάει, «μεταλλικά» και γωνιώδη, καμιά φορά αφιλόξενα. Κρασιά δύσκολα, απαιτητικά που θα συγκεντρώσουν γύρω τους είτε ενθουσιώδεις λάτρεις είτε ακραιφνείς εχθρούς και όμως ταυτόχρονα, με έναν περίεργο τρόπο, «εύκολα» στην απόλαυση στο τραπέζι γιατί έχουν μία καταπληκτική ικανότητα να συνδυάζονται με ένα ευρύτατο φάσμα γεύσεων.
Και ύστερα ήρθε ο σεισμός του 1956. Η τρίτη πραγματικότητα. Ο σεισμός αυτός δεν κατέστρεψε μόνο τα σπίτια του νησιού αλλά κυριολεκτικά ρήμαξε τις δομές και την οικονομία του οδηγώντας όλη τη μεταποιητική βιομηχανία της Σαντορίνης (εργοστάσια ντομάτας, εριουργεία & φυσικά οινοποιεία) στην εγκατάλειψη και τον μαρασμό. Είναι η αρχή της πτώσης.
Αυτήν την πτώση, τη συρρίκνωση του αμπελώνα από «φυσικά» αίτια, θα ακολουθήσει μία δεύτερη, πιο μεγάλη, πιο επικίνδυνη και διαρκής. Είναι η εγκατάλειψη λόγω του τουρισμού. Πρόκειται για την πραγματικότητα με την πλέον καταλυτική επίδραση στον αμπελώνα. Και είναι λογικό γιατί απ' τη μια μεριά της πλάστιγγας βάζουμε το εισόδημα που μπορεί να προέλθει από το σταφύλι και από την άλλη αυτό της τουριστικής βιομηχανίας - άμεσο ή έμμεσο. Ετσι, από την μια έχουμε μικρές αμπελουργικές εκμεταλλεύσεις όπου ο μέσος όρος μεγέθους δεν ξεπερνά τα δέκα στρέμματα με μία -ταυτόχρονα- δραματικά χαμηλή απόδοση σε καρπό που σπάνια ξεπερνά τα 350 kg/στρέμμα, ενώ από την άλλη πλευρά έχουμε τη δυναμική που δημιουργείται από τις χιλιάδες των επισκεπτών οι οποίοι κατακλύζουν το νησί, κάνοντάς το τον 5ο πλέον επιθυμητό προορισμό των μεγάλων tour operators παγκόσμια! Οι νέοι Σαντορινιοί θα πάνε -φυσικό και αναμενόμενο- να συλλέξουν το συγκριτικά εύκολο αυτό εισόδημα. Οι πρεσβύτεροι θα συνεχίσουν αργά αργά να «τυλίγουν» τις αμπελιές τους... και κάθε χρόνο τυλίγουν και λιγότερες. Οι αριθμοί το δείχνουν με τρόπο ψυχρό. Τα κάπου 11.000 στρέμματα του αμπελώνα πριν από το 1956 έχουν σήμερα συρρικνωθεί σε περίπου 5.000 - 6.000 στρέμματα και η πτώση συνεχίζεται.
Στον αντίποδα όλων των παραπάνω έρχεται το πέμπτο καθοριστικό γεγονός στη ζωή του αμπελώνα. Πρόκειται για την πρόσφατη εισαγωγή της νέας τεχνολογίας και τεχνογνωσίας που είχε ως άμεσο αποτέλεσμα την ποιοτική αναβάθμιση των κρασιών του νησιού. Αυτό έδωσε μία εξωστρέφεια στο εμπόριο του προϊόντος, μία κοσμοπολίτικη χροιά, ανοίγοντας ένα μέλλον τουλάχιστον βιώσιμο αυτού του τομέα. Νέες ετικέτες, καινούργια οινοποιεία, φρέσκιες ιδέες. Το μεγάλο ερώτημα, βεβαίως, παραμένει. Θα μπορέσει άραγε αυτή η νέα πνοή να σταθεί ικανή για να αντιστρέψει ή έστω σταματήσει την πορεία συρρίκνωσης του αμπελώνα; Αυτές είναι οι πέντε αλήθειες. Το μέλλον;
Εκτιμώ ότι θα αλλάξει η «κοινωνική δομή» του αμπελώνα. Κάποιοι αμπελουργοί κατανοώντας την νέα εποχή στο εμπόριο του οίνου και κατ' επέκταση και στην εμπορία του σταφυλιού τους θα εξαγοράσουν τις μικρότερες γειτονικές εκμεταλλεύσεις αμπελουργών που αποχωρούν από το επάγγελμα. Είναι κάτι το επιθυμητό γιατί με τον τρόπο αυτόν θα προκύψουν πραγματικοί επαγγελματίες με σαφέστατο προσανατολισμό και στόχευση. Αρκεί όμως αυτό για να αναστραφεί η πτωτική πορεία; Εκτιμώ πως όχι κι αυτό γιατί η δράση αυτή έχει ένα όριο που ορίζεται από τον αριθμό των στρεμμάτων που μπορεί να καλλιεργεί κάποιος ή έστω η οικογένειά του με δεδομένο ότι η εκμηχάνιση της καλλιέργειας είναι εξαιρετικά δύσκολή -αν όχι αδύνατη- και με το ότι «τα χέρια» σπανίζουν στο νησί.
Η απάντηση ίσως να βρίσκεται στις καινούργιες δομές και στις θαρραλέες αποφάσεις που πρέπει να πάρουμε. Είναι οι τέσσερις παρακάτω:
1. Μετατροπή του συνόλου του αμπελώνα σε βιολογική καλλιέργεια. Μπορεί να γίνει και θα είναι μία συνταρακτική «πρωτιά» στον κόσμο όπου μία ολόκληρη ζώνη ΟΠΑΠ είναι «ΒΙΟ».
2. Ανακήρυξη του αμπελώνα σε «Παγκόσμιο Μνημείο Ιδιαίτερης Φυσικής Ομορφιάς» υπό την αιγίδα της UNESCO, σώζοντάς τον από την άκρατη οικοπεδοποίηση.
3. Δημιουργία σοβαρού δικτύου «Δρόμων του Κρασιού» που θα λειτουργήσει σαν ένα εναλλακτικό τουριστικό προϊόν.
4. Υιοθέτηση μιας επιθετικής πολιτικής προώθησης που θα προβάλει όλα τα παραπάνω. Η ιστορικότητα, η μοναδικότητα, η βιοκαλλιέργεια, η ποιότητα των κρασιών, το τουριστικό προϊόν, θα λειτουργήσουν σαν εφαλτήριο του κλάδου, εξασφαλίζοντας τα κίνητρα που θα επιτρέψουν την επιστροφή στην αμπελοκαλλιέργεια ή έστω -στη χειρότερη περίπτωση- την ανακοπή της πτώσης.
Αν, αντίθετα, τίποτα απ' όλα αυτά δεν γίνει πραγματικότητα, τότε μία άλλη ζοφερή εικόνα μάς περιμένει. Εκείνη ενός σεληνιακού τοπίου όπου το παραμικρό αεράκι θα σηκώνει τα σύννεφα της θηραϊκής γης -τιθασευμένης σήμερα από τον αμπελώνα- διώχνοντας μακριά ακόμα και τον πλέον περιπετειώδη επισκέπτη...
Του Γιάννη Παρασκευόπουλου, επίκουρου καθηγητή Οινολογίας στο ΤΕΙ Αθηνών
Ενας ιστορικός αμπελώνας, που επιμένει να καρπίζει κάθε χρόνο σε ένα περιβάλλον άνυδρο, δεν μπορεί παρά να είναι μοναδικός.Και χρειάζονται θαρραλέες αποφάσεις για να εξασφαλιστεί το μέλλον του.
Δεύτερη πραγματικότητα είναι αυτή της μοναδικότητας. Ενας αμπελώνας αυτόρριζος, ζωντανός και παραγωγικός εδώ και αιώνες, με φυσική ανοσία στην καταστρεπτική φυλλοξήρα, ένας αμπελώνας με αμπελιές-χειροτεχνήματα οι οποίες θυμίζουν φωλιές πελαργών, ένας αμπελώνας που τελικά επιμένει να καρπίζει κάθε χρόνο σε ένα περιβάλλον άνυδρο, που το μαστίζουν τα μποφόρ και τον καψαλίζει ο ήλιος του Αιγαίου δεν μπορεί παρά να είναι μοναδικός. Και η μοναδικότητα αυτή προεκτείνεται στα ίδια τα κρασιά του. Κρασιά ενός υπερβολικού χαρακτήρα, όπου αλκοόλη, οξύτητες, σώμα, δομή ακόμα και η ικανότητα παλαίωσης συναντώνται σε υπερθετικούς βαθμούς. Κρασιά ακραία όπως η ίδια η γη που τα γεννάει, «μεταλλικά» και γωνιώδη, καμιά φορά αφιλόξενα. Κρασιά δύσκολα, απαιτητικά που θα συγκεντρώσουν γύρω τους είτε ενθουσιώδεις λάτρεις είτε ακραιφνείς εχθρούς και όμως ταυτόχρονα, με έναν περίεργο τρόπο, «εύκολα» στην απόλαυση στο τραπέζι γιατί έχουν μία καταπληκτική ικανότητα να συνδυάζονται με ένα ευρύτατο φάσμα γεύσεων.
Και ύστερα ήρθε ο σεισμός του 1956. Η τρίτη πραγματικότητα. Ο σεισμός αυτός δεν κατέστρεψε μόνο τα σπίτια του νησιού αλλά κυριολεκτικά ρήμαξε τις δομές και την οικονομία του οδηγώντας όλη τη μεταποιητική βιομηχανία της Σαντορίνης (εργοστάσια ντομάτας, εριουργεία & φυσικά οινοποιεία) στην εγκατάλειψη και τον μαρασμό. Είναι η αρχή της πτώσης.
Αυτήν την πτώση, τη συρρίκνωση του αμπελώνα από «φυσικά» αίτια, θα ακολουθήσει μία δεύτερη, πιο μεγάλη, πιο επικίνδυνη και διαρκής. Είναι η εγκατάλειψη λόγω του τουρισμού. Πρόκειται για την πραγματικότητα με την πλέον καταλυτική επίδραση στον αμπελώνα. Και είναι λογικό γιατί απ' τη μια μεριά της πλάστιγγας βάζουμε το εισόδημα που μπορεί να προέλθει από το σταφύλι και από την άλλη αυτό της τουριστικής βιομηχανίας - άμεσο ή έμμεσο. Ετσι, από την μια έχουμε μικρές αμπελουργικές εκμεταλλεύσεις όπου ο μέσος όρος μεγέθους δεν ξεπερνά τα δέκα στρέμματα με μία -ταυτόχρονα- δραματικά χαμηλή απόδοση σε καρπό που σπάνια ξεπερνά τα 350 kg/στρέμμα, ενώ από την άλλη πλευρά έχουμε τη δυναμική που δημιουργείται από τις χιλιάδες των επισκεπτών οι οποίοι κατακλύζουν το νησί, κάνοντάς το τον 5ο πλέον επιθυμητό προορισμό των μεγάλων tour operators παγκόσμια! Οι νέοι Σαντορινιοί θα πάνε -φυσικό και αναμενόμενο- να συλλέξουν το συγκριτικά εύκολο αυτό εισόδημα. Οι πρεσβύτεροι θα συνεχίσουν αργά αργά να «τυλίγουν» τις αμπελιές τους... και κάθε χρόνο τυλίγουν και λιγότερες. Οι αριθμοί το δείχνουν με τρόπο ψυχρό. Τα κάπου 11.000 στρέμματα του αμπελώνα πριν από το 1956 έχουν σήμερα συρρικνωθεί σε περίπου 5.000 - 6.000 στρέμματα και η πτώση συνεχίζεται.
Στον αντίποδα όλων των παραπάνω έρχεται το πέμπτο καθοριστικό γεγονός στη ζωή του αμπελώνα. Πρόκειται για την πρόσφατη εισαγωγή της νέας τεχνολογίας και τεχνογνωσίας που είχε ως άμεσο αποτέλεσμα την ποιοτική αναβάθμιση των κρασιών του νησιού. Αυτό έδωσε μία εξωστρέφεια στο εμπόριο του προϊόντος, μία κοσμοπολίτικη χροιά, ανοίγοντας ένα μέλλον τουλάχιστον βιώσιμο αυτού του τομέα. Νέες ετικέτες, καινούργια οινοποιεία, φρέσκιες ιδέες. Το μεγάλο ερώτημα, βεβαίως, παραμένει. Θα μπορέσει άραγε αυτή η νέα πνοή να σταθεί ικανή για να αντιστρέψει ή έστω σταματήσει την πορεία συρρίκνωσης του αμπελώνα; Αυτές είναι οι πέντε αλήθειες. Το μέλλον;
Εκτιμώ ότι θα αλλάξει η «κοινωνική δομή» του αμπελώνα. Κάποιοι αμπελουργοί κατανοώντας την νέα εποχή στο εμπόριο του οίνου και κατ' επέκταση και στην εμπορία του σταφυλιού τους θα εξαγοράσουν τις μικρότερες γειτονικές εκμεταλλεύσεις αμπελουργών που αποχωρούν από το επάγγελμα. Είναι κάτι το επιθυμητό γιατί με τον τρόπο αυτόν θα προκύψουν πραγματικοί επαγγελματίες με σαφέστατο προσανατολισμό και στόχευση. Αρκεί όμως αυτό για να αναστραφεί η πτωτική πορεία; Εκτιμώ πως όχι κι αυτό γιατί η δράση αυτή έχει ένα όριο που ορίζεται από τον αριθμό των στρεμμάτων που μπορεί να καλλιεργεί κάποιος ή έστω η οικογένειά του με δεδομένο ότι η εκμηχάνιση της καλλιέργειας είναι εξαιρετικά δύσκολή -αν όχι αδύνατη- και με το ότι «τα χέρια» σπανίζουν στο νησί.
Η απάντηση ίσως να βρίσκεται στις καινούργιες δομές και στις θαρραλέες αποφάσεις που πρέπει να πάρουμε. Είναι οι τέσσερις παρακάτω:
1. Μετατροπή του συνόλου του αμπελώνα σε βιολογική καλλιέργεια. Μπορεί να γίνει και θα είναι μία συνταρακτική «πρωτιά» στον κόσμο όπου μία ολόκληρη ζώνη ΟΠΑΠ είναι «ΒΙΟ».
2. Ανακήρυξη του αμπελώνα σε «Παγκόσμιο Μνημείο Ιδιαίτερης Φυσικής Ομορφιάς» υπό την αιγίδα της UNESCO, σώζοντάς τον από την άκρατη οικοπεδοποίηση.
3. Δημιουργία σοβαρού δικτύου «Δρόμων του Κρασιού» που θα λειτουργήσει σαν ένα εναλλακτικό τουριστικό προϊόν.
4. Υιοθέτηση μιας επιθετικής πολιτικής προώθησης που θα προβάλει όλα τα παραπάνω. Η ιστορικότητα, η μοναδικότητα, η βιοκαλλιέργεια, η ποιότητα των κρασιών, το τουριστικό προϊόν, θα λειτουργήσουν σαν εφαλτήριο του κλάδου, εξασφαλίζοντας τα κίνητρα που θα επιτρέψουν την επιστροφή στην αμπελοκαλλιέργεια ή έστω -στη χειρότερη περίπτωση- την ανακοπή της πτώσης.
Αν, αντίθετα, τίποτα απ' όλα αυτά δεν γίνει πραγματικότητα, τότε μία άλλη ζοφερή εικόνα μάς περιμένει. Εκείνη ενός σεληνιακού τοπίου όπου το παραμικρό αεράκι θα σηκώνει τα σύννεφα της θηραϊκής γης -τιθασευμένης σήμερα από τον αμπελώνα- διώχνοντας μακριά ακόμα και τον πλέον περιπετειώδη επισκέπτη...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου