η ξεχωριστή μας Στέλλα Δαμασκηνού η ευλογημένη κυρία Στέλλα, η νοσοκόμα Στέλλα μας, δεν είναι πια μαζί μας. Μια φιγούρα που πάντα όταν περνούσες από το σπίτι της θα σε υποδεχόταν με μια ζεστή καλημέρα και ένα χαμόγελο, ακόμα και αν πονούσε. Μια γυναίκα με έναν μοναδικό τρόπο αφήγησης της παλιάς Σαντορίνης, που βασικό της μέλημα ήταν η μεταλαμπάδευση γνώσης, ήθους αλλά και αγάπης για το Μεγαλοχώρι και την Σαντορίνη . Μια Ψυχή Καθάρια του χωριού αλλά και του νησιού ευρύτερα. Μια προσωπικότητα με ένα απίστευτο ιστορικό παρελθόν. Για εμάς δεν ήταν απλά η τέως Πρόεδρος του χωριού, ούτε μια απλή νοσοκόμα που δούλεψε στο Οφθαλμιατρείο, η μια άλλη γιαγια του χωριού. Ήταν η κυρία Στέλλα μας. Ήταν η Στέλλα μας.
Συνοδοιπόρο στις καταγραφές της είχε την Αργυρούλα Παπανδρεοπούλου – Αναγνώστου. Σε μια από αυτές η αλησμονητη πια Στέλλα εξιστορεί τα παιδικά της χρόνια και μας δείχνει πόσο έχουν αλλάξει οι συνθήκες της ζωής, από τότε μέχρι σήμερα (Θ.Ν. – Νοέμβριος 2001):
« Μια χρονιά, την εποχή του θέρους που όλες οι γυναίκες πγαινανε στον κάμπο να βοηθήσουμε με άφησε η μάνα μου, σαν πιο μεγάλη να προσέχω το λοχώνι μας ( το μωρό μας). Ήμουνα κι εγώ παιδί δώδεκα χρονώ!... μου δωσε κι ένα λουκούμι από το κουτί, που το χε φυλαμμένο μέσα στο μπουφέ και που τση το χε φέρει μια ξαδέρφη τζη από την Αθήνα. Χαρά πια η μάνα μου να χει φυλαμμένα τα λουκούμια γι το λοχώνι!... Μου λεει λοιπόν – Τώρα που θα λείπω ξέρεις ίντα θα κάμεις. Θα βάλεις σε ένα τουλοπάνι το λουκύμι κι άμα κλαίει το λοχώνι θα το δωνεις να το γλείφει!!!, τότες δεν ξέρανε μπιμπερα και κρέμες ούτε και πιπίλες. Μα τώρα πια καμια δεν κάνει γάλα. Παρα μόνο μπιμπερα. Θυμούμαι που είχε η μητέρα μου ένα μεγάλο μαντήλι για να σκεπάζει το στήθος τζη, όταν βύζαινε το λοχώνι στην εκκλησά. Την ημέρα λοιπόν εκείνη αφού βύζαξε πρώτα το παιδί, ήφυε για το θέρος. Εγώ πάλι πριν να βάλω το λουκούμι στο τουλοπάνι, ήγλειψα τη ζάχαρι.εκειδα έρχεται η φιλενάδα μου και μου λεει: - Μωρή κουκουμάβλα, να γλύφεις εσύ μόνο τη ζάχαρη και το λοχώνι να φχαριστιέται το λουκούμι!... έλα να φάμε από μισό η καθεμια και θα σου πω ιντα θα κάμεις του λοχωνιού, άμα κλαίει!!. Θα βάλεις σε ένα ποτηρακι κρασί με ζάχαρη, κι άμα κλαίει θα του το δώνεις να το πιπιλίζει. Αυτό θα χει και ποναράκια στα δόδια και θα του κάνει καλό. Το χω ακουστά από την μάνα μου. Πραγματικά έτσι κι έγινε. Μόλις ηρχίνιζε να κλαίει το λοχώνι, δως του κρασί εγώ μέχρι που ηβυθίστηκε στον ύπνο !... Σαν ηγύρισε η μάνα μου βλέπει το λοχώνι και μου βάζει τσι φωνες: Μωρή που να μην το φτιάξεις, ιντα του δωσες του μωρού και δεν ξυπνά; Εγω φοβισμένη που να μαρτυρήσω! Μετά από πολλές ώρες το παιδί ηξύπνησε, που ήταν ναρκωμένο από το μεθύσι!! Αλλα από τότες ούτε ζάχαρη ηξανάγλειψα, ούτε λουκούμι ήφαα, γιατί ηφοβήθηκα να μην πάθει πράμμα το λοχώνι μας!....»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου