Μάνος Βακούσης, πάμπλουτος από μνήμες και νιάτα
Τον συνάντησα κάποιο απόγευμα σε μία από τις ευρύχωρες αίθουσες υποδοχής του Εθνικού Θεάτρου. Μετά την πρόβα του. Μπροστά σ’ ένα μοναστηριακό τραπέζι, ανάμεσα στο βουητό του κόσμου αλλά απολύτως μόνοι, μιλήσαμε για την τέχνη και τη ζωή. Ή για τη ζωή και την τέχνη. Δηλαδή για τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Φιλικός, άμεσος, χειμαρρώδης, μιλάει γοργά, δυνατά, ως άλλος Στέντωρ, ήρωας της Ιλιάδας. Ο Μάνος Βακούσης είναι ένας δεινός συζητητής αλλά και αφηγητής που με μαεστρία οδηγεί τον συνομιλητή του σε μια γοητευτική περιπλάνηση του βίου του και στην αποκάλυψη πολλών μυστικών πτυχών του. Ανακαλύπτεις μαζί του ένα σύμπαν, που λίγοι γύρω μας γνωρίζουν, έναν μυστικό κήπο στον οποίο σου δίνει το δικαίωμα να εισέλθεις. ΄Ανθρωπος βαθυστόχαστος, από εκείνους που στέκονται ψηλά στην κλίμακα της τέχνης. Αντισυμβατικός Τειρεσίας, ψυχαναλυτικός Κρέων. Ηθοποιός πάμπλουτος από μνήμες, νιάτα, οράματα, αλήθειες. Αντικρίζει κατάματα το θαύμα της φύσης και της ύπαρξης. Επιλέγει να διδάσκεται από τη χαρά του, την απελπισία του, τον πόνο του, την αισιοδοξία του, τα όνειρά του, κυρίως όμως από την ήττα του. Αξία γι’ αυτόν έχουν η παρατήρηση, η «ιερή σιωπή», ο ερωτισμός για καθετί με το οποίο καταπιάνεται. Ξορκίζει την ασχήμια και τις ενοχές, σμιλεύει την ερμηνεία. Σαν παιδί που τρέχει να μαζέψει χρυσόμυγες. Από τους σπάνιους εκείνους καλλιτέχνες που σπουδάζουν αενάως και εξελίσσονται. Από τους σπάνιους εκείνους μύστες της υποκριτικής τέχνης. Μάνο, πρέπει να σε ξαναδώ. Αυτή τη φορά ως Ριχάρδο Γ΄ ή ως Έμπορο της Βενετίας. Μπορεί και ως Κουκ στο δικό σου, οικείο Όνειρο. Γιατί ξέρω, όπως ξέρεις κι εσύ, πως κάποια στιγμή θα συμβεί. Είναι νομοτελειακό.
Ακολουθεί ολόκληρη η συζήτησή μας. Διαβάστε τη.
*Tο cat is art ευχαριστεί τον Αντώνη Ψαρρά για τη φωτογράφιση.
Ατελεύτητες εικόνες από τη Σαντορίνη των παιδικών μου χρόνων
Αυτό που με επηρέασε πολύ είναι οι ατελεύτητες εικόνες της Σαντορίνης. Μ’ άρεσε να παίζω και να τρέχω. Το χειμώνα στη Σαντορίνη τα σύννεφα είναι κάτω από το βουνό. Δεν βλέπεις δηλαδή θάλασσα. Δεν βλέπεις καν το σπίτι σου τις περισσότερες φορές. Αυτό είναι ένα θαύμα σαν φυσικό φαινόμενο. H Σαντορίνη είναι άκρως μεταφυσικό νησί. Με την έννοια αυτού που δεν μπορούμε να εξηγήσουμε αλλά είναι φυσικό φαινόμενο, άρα μεταφυσικό. Καθετί μεταφυσικό έχει φυσική δύναμη. Δύναμη που βοηθάει τη φαντασία μας να πλάσουμε κι εμείς το μύθο μας - όχι το παραμύθι μας, το μύθο μας. Έτσι λοιπόν σ’ αυτή την ιστορία της παιδικής διαδρομής μου πάντα ονειρευόμουνα να συλλάβω τις εναλλαγές των τοπίων. Όταν δεν μπορούσα, άλλοτε έκλαιγα, άλλοτε γέλαγα, άλλοτε έπαιζα, άλλοτε μάζευα χρυσόμυγες.
Η ιστορία ενός παιδιού που του άρεσε να παίζει
Μιλάμε για το 1965. Τότε ήμουν περίπου επτά - οκτώ χρόνων. ΄Ηταν ένας ανεμοστρόβιλος τα παιδικά μου χρόνια στο νησί. Οι γονείς μου καλλιεργούσαν στην άνυδρη γη της Σαντορίνης τα υπέροχα προϊόντα της, ντοματάκια, φάβα, τις μικρές χαρακτηριστικές μελιτζάνες της κι άλλα είδη. Ο παππούς μου ήταν ημιονηγός, είχε μουλάρια που μετέφεραν τους επισκέπτες και τα εμπορεύματα. Η ιστορία μου είναι η ιστορία ενός παιδιού που του άρεσε να παίζει. Και νομίζω πως αυτή είναι και η έννοια του θεάτρου. Παι - ζω. Το παιδί ζει. Επιστρέφουμε βέβαια πάντα στην παιδική ηλικία ως άχρονα όντα. Αλλιώτικα έχουμε τελειώσει. Αυτό νομίζω πως λένε κι όλοι οι ποιητές οι μεγάλοι, από τον Πλάτωνα, τον Ηράκλειτο, τον Ευριπίδη και τον Σαίξπηρ. Ναι μεν η λογική κυριαρχεί αλλά χωρίς το «παίζω» όλα χάνονται σε μια ψευτοδιανόηση η οποία είναι κατασκευή.
Χιούμορ βαθύ και σαρκαστικό
΄Εψαξα τις ρίζες μου και ανακάλυψα ότι οι προπαππούδες μου ήταν αρχικά πειρατές. Αργότερα εμπορεύονταν βαμβάκι, γι’ αυτό το οικογενειακό μου όνομα είναι Βαμβακούσης. Αγάπησαν τη Σαντορίνη. Δεν ήταν πλούσιοι, δεν ήταν φτωχοί. Αυτοί οι άνθρωποι είχαν ένα χάρισμα, δεν ήταν μίζεροι. Τους αυθεντικούς Σαντορινιούς μπορείς να τους πεις σχιζοειδείς κι όχι σχιζοφρενείς. ΄Εχουν ένα φοβερά βαθύ και σαρκαστικό χιούμορ. Αυτό το πήρα εγώ, το έκλεψα. Επειδή δεν μπορούσα να εξηγήσω τα φαινόμενα που έβλεπα από μικρό παιδί, ήθελα να τα παραστήσω. Αυτή ήταν και η ανάγκη που με οδήγησε να γίνω ηθοποιός. ΄Ετσι λοιπόν ως παιδί ανέβαινα στις ελιές, ήθελα να ΄χω επαφή με τη γη και με τη φύση. Δεν ήμουν πάντα καλός μαθητής. Επειδή μου είπαν ότι για να γίνω ηθοποιός έπρεπε να τελειώσω το σχολείο, άρχισα να διαβάζω.
΄Ανθρωποι αρχετυπικοί
Οι γονείς μου ήταν άνθρωποι αρχετυπικοί. Δεν ξέρανε από θέατρο. Ζούσαν το θέατρο. Δεν είχαν ανάγκη να κάνουν θέατρο. Γελούσαν, γλεντούσαν, έπιναν, έκαναν παιδιά και έτσι εμένα με άφησαν ελεύθερο να ακολουθήσω τις δικές μου επιλογές. Είχα την τύχη δηλαδή να μη μου πει ποτέ η μητέρα μου ή ο πατέρας μου όχι – αν και δεν ζήσαμε πολύ μαζί – στα δώδεκά μου χωρίσανε. Ο πατέρας μου ως αρχετυπικός βοσκός των βουνών της Σαντορίνης γρήγορα ερωτεύτηκε κάποια άλλη και όταν η μητέρα τον ρώτησε «πού πάς Γιώργη μου;». «Πάω μια βόλτα κι έρχομαι», είπε. Και δεν ξαναγύρισε ποτέ. Είδες, εδώ μιλάμε για έναν Μπέκετ. Και καθόμαστε και κοιτάγαμε τον μπαμπά που έφευγε. Θέλω να πω: Πάμε για μια αληθινή θεατρική πράξη ζωής. Τόσο απλά και τόσο τραγικά. Ήταν μεθοδικός άνθρωπος. Ήταν εργολάβος οικοδομών όταν ήρθαμε εδώ στην Αθήνα και μας έπαιρνε όλους τα καλοκαίρια και κουβαλάγαμε ντενεκέδες με λάσπη για να εκπαιδευτούμε και να σκληραγωγηθούμε. Ο τρόπος της διδασκαλίας του ήταν μαγικός. Ή ξύλο, ή κρέμασμα, όλα τα ωραία μεσαιωνικά πράγματα. Πα, πα, πα! Απανθρωπία! Απανθρωπία!
http://www.catisart.gr/index.php/2010-05-03-21-16-20/292-2010-12-08-04-05-42.html
2 σχόλια:
Απο ποιο χωριό κατάγεται????
Καμαριανός......
Δημοσίευση σχολίου