Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2018

Η τέχνη του βαρελοποιού στη Σαντορίνη

 Ο βαρελοποιός πρώτα μετράει τις «ντούγιες»(τα ξύλα που αποτελούν το βαρέλι). Τις πελεκάει με ένα μαχαίρι, που          λέγεται«ταλιακούδα» και μετά τις περνάει από μια μεγάλη «πλανιά», που είναι ακίνητη και σχηματίζει την κοιλιά του βαρελιού.
    Ανάλογα με το μέγεθος του βαρελιού είναι και η φόρμα, όπου το σκαρώνει. Κάθε βαρέλι είναι στα άκρα στενό ενώ στη μέση φαρδύ.
         Το ένα άκρο των ξύλων το κλείνει με στεφάνια, ανάλογα με το μέγεθος του βαρελιού, ενώ το άλλο άκρο είναι ακόμα ανοιχτό. Για να σχηματιστεί η κοιλιά του βαρελιού, κάνει μια σκάρα, όπως του μαγκαλιού, βάζει μέσα χοντρά ξύλα. Αφού δώσει φωτιά παίρνει τη σκάρα και από πάνω της τοποθετεί τα βαρέλι, όπως το προετοίμασε πιο πριν, με το ένα άκρο του δηλαδή έτοιμο. Με ένα συρματόσκοινο τριγυρίζει το βαρέλι στο άλλο άκρο που είναι ακόμη ανοιχτό. Με τι βίδα ένα εργαλείο με το οποίο πιάνει το συρματόσκοινο και από τις δύο πλευρές σφίγγει τα ξύλα και σιγά σιγά το άκρο αυτό που αρχικά είχε ετοιμαστεί.
         Στη συνέχεια αναποδογυρίζει το βαρέλι, χωρίς να πειράξει τη βίδα. Κόβει σίδερα ανάλογα με το βαρέλι και τα καρφώνει με περτσίνια. Αφού τοποθετήσει το εξωτερικό στεφάνι του άκρου, αρχίζει να ξεβιδώνει τη βίδα και να προσθέτει τα υπόλοιπα στεφάνια. Αν το βαρέλι είναι 500 έως 1000 κιλά βάζει δέκα στεφάνια .
          Μετά κάνει το «καβάρισμα» μπροστά και πίσω στα δύο δηλαδή στρογγυλά άκρα του βαρελιού με ένα σκεπάρνι γυριστό. Για να πιάσει το «φουντί», το στρογγυλό άκρο του βαρελιού, δηλαδή το καπάκι με τον «τζινιαδόρο» κάνει την πατούρα ένα είδος αυλακιού. Αφού ετοιμάσει το φουντί, το πατάει στην «πλάνια» και μετά το καρφώνει με δίμυτες βελόνες. Το φουντί αποτελείται από πολλά κάθετα κομμάτια ξύλου. Μετά παίρνει κουμπάσο από την πατούρα που άνοιξε, επί πέντε κουμπασιές. Παίρνει το κουμπάσιο και το τοποθετεί στο μέσο του φουντιού και παίρνει τον κύκλο στρογγυλό. Αφού αλείψει το στρογγυλό με μπογιά και φαίνεται το στρογγύλεμα της κουμπασιάς, με το «ξεγυριστάρι», είδος πριονιού το κόβει και γίνεται στρογγυλό. Με την «ταλιαδόρα», μια μεγάλη μαχαίρα, κόβει το φουντί γύρω γύρω για να χωράει να μπει στην πατούρα. Ύστερα ξυνει το φουντί με ένα ροκάνι για να γυαλίσει. Στην συνέχεια βάζει ζυμάρι από αλεύρι και νερό στην πατούρα και βγάζει τρία στεφάνια για να περάσει το φουντί.
      Σηκώνει το βαρέλι όρθιο, σφίγγει τα στεφάνια και εφαρμόζει όλες τις ντούγες κι έτσι το βαρέλι δεν τρέχει. Ανοίγει μια τρύπα στη ράχη του βαρελιού απ’ όπου θα μπει ο μούστος στο βαρέλι, και μια μικρή σ’ ένα από τα δυο καπάκια του για να μπει η κάνουλα απ’ όπου τρέχει το κρασί.   

Πηγη Χριστόφορος Μηνδρινός : Η Σαντορίνη που χάνεται 

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2018

Όρμοι και λιμένες Σαντορίνης ( 17ο αιώνα)


«Με την άνοδο στο τουρκικό θρόνο του Μουράτ Γ ( 1574), αρχίζει για το Αιγαίο και φυσικά για τη Σαντορίνη μια νέα περίοδος και επιβάλλεται μια νέα τάξη πραγμάτων. Ο Μουράτ Γ θέλοντας να εδραιώσει την ομαλότητα στην πολιτική και κοινωνική ζωή του νησιού, […]εξέδωσε το 1580 έναν αχτναμέ με τον οποίο παραχωρούσε στους κατοίκους των νησιών ειδικά προνόμια και φολογικές ελαφρύνσεις. […] η οικονομική ανάπτυξη του νησιού κατά την περίοδο του 17ου αιώνα φαίνεται από τα υψηλά χρηματικά ποσά που διακινούν οι κάτοικοι και μεταξύ τους αλλά και με τους άλλους νησιώτες. Φαίνεται ακόμη και από το μεγάλο αριθμό πλοιοκτητών και καραβοκύρηδων, που παίρνουν στα χέρια τους το εμπόριο. Ένας πορτολάνος της εποχής ( βιβλίο – οδηγός πλεύσης) μας περιγράφει με χαρακτηριστική γλώσσα το λιμάνι της Σαντορίνης και δίνει χρήσιμες οδηγίες στους ναυτικούς.

Ἡ Σαντορίνη ἔχει ἕνα βουνί ὑψηλόν τζιμαρόλο καὶ εἰς τὸ μεσημέρι κάμνει κούδαν  εἰς τὸ ἀκρωτήρι τοῦ μεσημερίου. Εἰς τὴν μερέαν τοῦ λεβάντη ἔχει καλόν παραγωγόν διὰ νὰ ὑπᾶς ὅπου θέλεις. Καὶ εἰς τὴν μερέαν τοῦ πουνέντη ἔχει νησί μαῦρο καὶ λέγουν το Καμένη καὶ εἴναι καλός λιμένας, δια καταβολάρην μὲ ἄνεμον. Εἰς τὸν πουνέντη οὐδέν ἠμπόρεῖς νὰ σηκωθεῖς. καὶ ἀπ ἐκεῖ μίλια ἕξι εἰναι ἡ Φυρασία καὶ εἰς τὸ ἀκριότερον τοῦ γαρμπῆ ἔχει  ξέρην ἀλάργα ἀπό τὴν γῆν μίλια δύο. ἄλλην ξέρην ἔχει εἰς το ακρωτήρι τῆς τρεμουντάνας μέσα τὸ κανάλι εἰς το ακρωβτήρι τὸ λιγνόν, καὶ εἴναι πλέον κοσταρισμένη εἰς τὸ ἀκρωτήρι τῆς Φυρασίας παρὰ τῆς Σαντορίνης. Καὶ ἄν ἀπεράσης, κοστάριζε πλέον τὴν Σαντορίνην, ὅτι ἡ ξέρη εἴναι μέσα μέσα καὶ ἔχει ἀπάνω της πιθαμές πέντε και ἔν μακρέα ὡσάν κάτεργον. Εἰς τὴν Φυρασίαν, εἰς το ἀκρωτήρι τῆς τρεμουντανας, εἰς τὴν μερέαν τοῦ λεβάντη θωρώντα τῆς Σαντορίνης, έχει λιμένα διὰ μικρόν καράβιν, ὅτι το  μέγαν καράβιν οὐδέν ἡμπόρεῖ νὰ σταθῆ. "...

Πηγή: Α.Τσελίκας: Μαρτυρίες από τη Σαντορίνη 1573 -1819
Αθήνα 1985 , Πνευματικό Κέντρο Μέγαρο Γκύζη , σ.12

Σάββατο 7 Ιουλίου 2018

Στη Μνήμη του Σπύρου Βασσάλου

Γράφει ο Αντώνης Σιγάλας
""ΤΟ ΣΠΥΡΑΚΙ""
Για το νησιώτικο τραγούδι στο νησί, στα παιδικά μου χρόνια, διέπρεπαν από την εποχή του παππού μου, Αντώνη Φαρισαιου, Μάρκου Πάγκαλου, του Μανωλιτσου οπου αργοτερα τη σκυτάλη πήραν τα παιδιά τους.....
ο Κυριάκος, ο Μηνας.και ο Σταύρος, απ τους Φαρισαιους....ο Δημήτρης ο Μανωλιτσος,
Αλλά και ο Στάθης ο Λιμπουνης απ τον Καρτεραδο, ο περίφημος Σπύρος ο Κύκλωπας,
Αλλά και πολλά άλλα παιδιά της εποχής όπως ο Ακιμης, ο Πάρης, ο Αντώνης απ το βουρβουλο,ο Φανούρης ο Δημητρης και πολλοί άλλοι για να μην αδικήσω!!!!!
Εντελώς απρόσμενα εμφανίστηκε ένας έφηβος που μας γοήτευσε όλους Όχι μόνο με την δεξιοτεχνία του, αλλά και με μια πρωτόγνωρη σεμνότητα, αλλάζοντας όλα τα προηγούμενα δεδομένα.
Το "Σπυράκι"
Μάγευε όλους μας με ένα νέο "στυλ"
φρεσκαδας, ανεσης, και τέχνης που άλλαξε πραγματικά το μουσικό στερέωμα του Νησιού.....
Μαζί με τα μουσικά του ακούσματα...
ΛΑΤΡΈΨΑΜΕ ΚΑΙ ΤΟΝ ΊΔΙΟ!!!!!!!!!
ΜΑΣ ΤΊΜΗΣΕ ΩΣ ΜΟΥΣΙΚΟΣ.
ΆΛΛΑ ΠΕΡΙΣΣΌΤΕΡΟ ΩΣ ΜΠΟΡΙΑΝΟΣ
""""Κ Υ Ρ Ι Ο Σ""""

Ο Γουλάς και το Καστέλλι του Εμπορείου

Μέσα από τα μάτια του Μάρκου Αβ.Ρούσσου
Εφημερίδα Κυκλαδικό Φως Ιανούαριος 1968
 […] την παλαιάν εποχήν το Εμπορείον ήτο ο προμαχώνας και το προπύργιον της Σαντορίνης λόγω της μικράς αποστάσεως του από την θάλασσα απ όπου απεβιβάζοντο οι ορδές των βαρβάρων. Προς αντιμετώπισιν δε των επιθέσεων και των επιδρομών, έκτισαν το καστέλλι και εις το μέσο αυτού το μικρό εκκλησάκι της Θεοτόκου γνωστόν ως «Θεοτοκάκι», το οποίο σώζεται μέχρι και σήμερα. Το Καστέλλι είχε μόνο μία είσοδος προς νότον γνωστή με το όνομα «Πόρτα» και η οποία υπάρχει μέχρι σήμερον. Εντός δε της εισόδου αριστεράς υπήρχε θολωτό δωμάτιον γνωστόν κατά την παράδοση ως φυλακή η είσοδος της οποίας εκτίσθη προ τεσσαρακονταετίας. Αργότερα ηνοίχθη και Δευτέρα είσοδος προς δυσμάς και έμπροσθεν του μεγαλοπρεπούς ναού του Ευαγγελισμού ο οποίος εκτίσθη κατά τον 16ο αιώνα και ανακαινίσθη  αργότερα εις τον σημερινό ναό, με το θαυμάσιο και αρίστης αρχιτεκτονικής κωδωνοστάσιον ανεγερθέν από έναν απλό και αγγράμματο Μεσσαρίτη πρωτομάστορα. Το κωδωνοστάσιον εκτίσθη επί Δημαρχίας Μάρκου Δρόσου κατά το τέλος του περασμένου αιώνος.
Εκτός  όμως από το Καστέλλλι το οποίον αποτελούσε κυρίως την Διοιίκηση  υπάρχει και ο Γουλάς έξωθι του Εμπορείου. Το οικοδόμημα είναι ακαλαίσθητον μεν εμφανίσεως αλλά απρόσιτον εις τας ληστοπειρατικάς επιθέσεις. Από τα τείχη του Γουλά οι εγκλεισμένοι βράζοντας νερό και περιέλουζον τους επιδρομείς δια μέσου οπών ή πολεμίστρων οι αοποίαι σώζονται μέχρι σήμερον. Ο Γουλάς έκλεινε δια μίας βαρειάς θύρας με περιστροφικόν άξονα ενισχυμένης εσωτερικώς δια σιδηράς αμπάρας ώστε να είναι δύσκολος η παραβίασις της. Η εν λόγω θύρα υπήρχε ακόμη μόλις προ ολίγων ετών. Εις την κορυφή του Γουλά υπήρχε μικρόν ναύδριον του Αγίου Γεωργίου όπου προσήυχοντο οι εντός του Γουλά εγκλεισμένοι κάτοικοι του χωριού. Ο Γουλάς του Εμπορείου είναι μάλλον Φλωρεντινής αρχιτεκτονικής λόγω του τετραγωνικού του σχήματος και της βαρειάς όσον και ακαλαίσθητου εμφανίσεως του. Είναι ένα κυκλώπειον οικοδόμημα κτισμένο λίγα μέτρα έξωθι του εμπορείου. Οι κάτοικοι του χωριού διώριζαν  φύλακας οι οποίοι παρηκολουθούν τας ακτάς από την Περίσσα μέχρι του ΕΞωμύτου και όταν έβλεπαν κανέναν πειρατικόν πλοίον  άναβαν  φωτιές και άλλοι φύλακες από τα κωδωνοστάσια που τους έβλεπαν έδιναν το σύνθημα του συναγερμού και όλοι οι κάτοικοι εκλείνοντο άλλοι μεν εις τον Γουλά και άλλοι εις το Καστέλλι δια να σωθούν …..[…]

Πέμπτη 28 Ιουνίου 2018

Σαντορίνη, το μαύρο διαμάντι του Αιγαίου


Σαντορίνη, το μαύρο διαμάντι του Αιγαίου .
Κυκλαδικό Φως
Ιανουάριος 1969
Πιπίτσα Λ. Πίντου
Μόλις χαράζει, όταν το πλοίο μπαίνει στον όρμο της Σαντορίνης. Γύρω όλα είναι μουντά και σκοτάδια από τη θάλασσα έως τους ακαθόριστους σκοτεινούς όγκους που διαγράφονται στον ορίζοντα και που μονάχα οι κορφές των αρχίζουν να φωτίζονται απαλά. Άθελά σου έρχονται στο νου τα λόγια του Σαίξπηρ  «της νύχτας τα κεριά έχουν σωθεί και η μέρα η χαρωπή στέκεται στις θολές κορφές, στις μύτες των ποδιών».
Η σαντορίνη αποτελείται από τρία ηφαιστειογενή νησιά, το μικρό Ασπρονήσι, την Θηρασιά και την κυρίως Σαντορίνη που όλα μαζί σχηματίζουν ένα κύκλο στη μέση του οποίου βρίσκεται το κατάμαυρο ηφαίστειο με λεκανοειδή κρατήρα και χωρίς βλάστηση.
Με το φως της αυγής εμφανίζονται οι παράξενοι βράχινοι όγκοι που ξεπηδούνε από την θάλασσα κάθετα και παίρνουν φοβερές μορφές και χρώματα καθώς ανοίγει η μέρα από το ασπρουδερό της πορσελάνης, το ανοικτό καφέ ως το βαθύ κοκκινοπώ, ανάλογα με τη σύσταση των γεωλογικών στρωμάτων, ως το μαύρο της πυρακτωμένης λάβας. Αλλόκοτα και ξεσκισμένα τα κάθετα βράχια κατοικίες απόσμονων τιτάνων μέσα σε μία μαβιά και απύθμενη θάλασσα σχηματίζουν μία εικόνα βαθειά…εντυπωσιακή.   […]
Τα Φηρά είναι χτισμένα σε μεγάλο μήκος πάνω στις κορφές των γκρεμνών και σε πολύ μικρό σχετικό βάθος ώστε από εκεί είναι εύκολο να απολαμβάνει κανείς το πανόραμα της νοτιοδυτικής πλευράς του νησιού με το ηφαίστειο και τους γκρεμνούς, όσο και το πανόραμα της ανατολικής, η οποία είναι ένας μεγάλος σεισμός κάμπος γεμάτος αμπέλια και γευστικές ντοματιές.
Ο φοβερός σεισμός του 1956 κατέστρεψε και τα Φηρά, ιδίως τον Φραγκομαχαλά και το Κοντοχώρι, ενώ η περιοχή των Κάτω Φηρών, μικρές ζημιές μόνο έπαθε. Σήμερα, τα περισσότερα σπίτια έχουν ξαναχτίσθει και τα μεν δημόσια κτήρια και σχολεία έχουν κτιστεί πολύ ωραία καθώς και τα σπίτια των κάπων ευπόρων νησιωτών γιατί ο δεσμός με τη πατρικη γη δεν καταστρέφεται εύκολα όσοι κίνδυνοι κι αν παρουσιασθούν. …[…]παίρνουμε τον ανηφορικό από τα Φηρά ασφαλτοστρωμένο δρόμο για να φτάσω στην Επάνω Μεριά, που ήταν άλλοτε το πιο πυκνοκατοικημένο χωριό του νησιού. Εκεί βρισκόμαστε μπροστά σε μία σπαρακτική εικόνα καταστροφής. Δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα όρθιο. Ξετιναγμένα σπίτια που κρέμονται διαλελυμένα στις πυρακτωμένες πέτρες του γκρεμνου είναι ότι απέμεινε από την Επάνω Μεριά. Πλήρης περίπου είναι η εγκατάλειψη του χωριού. Δύο από τις μεγάλες εκκλησίες του χωριού που είναι γεμάτες από παμπάλαιες εικόνες και καντήλια έχουν ανοικοδομηθεί από την μεγάλη ευλάβεια των νησιωτών. […] αλλά δεν είναι μονάχα το πέρασμα των γεωλογικών φαινομενων που κάνουν τη Σαντορίνη μοναδικό νησί. Είναι και ο πολιτισμός της. Όλοι οι πολιτισμοί έχουν περάσει από το παθιασμένο αυτό νησάκι .[…]
Η Σαντορίνη είναι ο τόπος των αντιθέσεων : η άγρια κακιά φύση από τη μια μεριά και οι καλοσυνάτοι και ευλαβείς κάτοικοι της από την άλλη. Όταν βραδιάζει και μαζεύονται οι σκιές στο σούρουπο κοιτάζω, κάτω στην άβυσσο του Γιαλού, όπου τα φωτισμένα καράβια μοιάζουν με παιδικά παιχνιδάκια. Η σιγαλιά τότε γίνεται απόλυτη και σου φέρνει δέος. Προσπαθείς να συλλάβεις την ώρα εκείνη της φρίκης που βράζουνε τα σωθικά της γης, πως γεννιόντουσαν νησιά και βουλιάζανε πάλι, στην άπατη φλογισμένη θάλασσα, με στοιχεία έξω από τον ανθρώπινο έλεγχο ….. […]

Τρίτη 5 Ιουνίου 2018

Η Στέλλα Γκρέκα της Σαντορίνης

Ίσως σε πολλούς να μην τους λέει τίποτα το όνομα... Η Στέλλα Γκρέκα αγαπημένη τραγουδίστρια των αστικών κέντρων και η απόλυτη ερμηνεύτρια πασίγνωστων τραγουδιών όπως " Πάμε στο Άγνωστο με βάρκα την Ελπίδα "  "Χθες το βράδυ", "Γύρισε", "Τί κι αν χαθείς", "Το τραγούδι της Μαρίνας" ήταν το καλλιτεχνικό όνομα της Θηραίας Στέλλας Λαγκαδά από τον Πύργο. Πριν λίγες ημέρες βρέθηκε στο νησί σε ηλικία 96 ετών προσκεκλημένη των Δημήτρη Τσίτουρα και Μανώλη Λιγνού. Εμφανίστηκε νεαρή στη μουσική σκηνή της πρωτεύουσας και από την ηλικία ήδη των 8 ετών ο αθηναϊκός τύπος είχε αναφερθεί σε αυτήν. Το 1942 παντρεύτηκε τον ποιητή και σκηνοθέτη Ορέστη Λάσκο, ο οποίος τη βάφτισε καλλιτεχνικά Στέλλα Γκρέκα 
Ξεχωριστό και άγνωστο σημείο  ,της Στέλλας Γκρέκα, είναι οτι αδερφός της είναι ένας πολυγραφότατος συγγραφέας, που έχει καταγράψει και την ιστορία  του νησιού. ο Αλέξανδρος Λαγκαδας

Δευτέρα 28 Μαΐου 2018

Όταν τα κτήρια της Σαντορίνης μιλούνε...


Είμαι 73 ετών, δεν κρύβω τα χρόνια μου αν και πολλοί  λένε πως μοιάζω νεότερο.Κόλακες!!!Τέλος πάντων,  τα χώματα που επιλέχτηκαν για να φιλοξενήσουν τους τεράστιους  όγκους μου, δυσανασχέτησαν αρχικά, αλλά όπως γίνεται σε κάθε μακρόχρονη  σχέση, καταφέραμε να ανεχόμαστε ο ένας τον άλλομέχρι σήμερα. Απέχω μια ανάσα από τη θάλασσα κι όταν χτίστηκα, δέσποζα περήφανο στην περιοχή.Για ναπάψω όμως  να είμαι αγενές, θα σας συστηθώ: είμαι το εργοστάσιο ντομάτας στη Βλυχάδα της Σαντορίνης. Παρόλο που εξοπλίστηκα με τα πιο σύγχρονα μηχανήματα της εποχής, τον πρώτο χρόνο  λειτουργίας μου δούλεψα ξεσκέπαστο. Ναι, σωστά καταλάβατε, χωρίς οροφή.

Ο καταστροφικός σεισμός του 1956 ταρακούνησε, τρόμαξε, πόνεσε και μάτωσε ολόκληρο το νησί αλλά  εγώ κατάφερα να σταθώ στα πόδια μου, αν και μεταξύ μας, έτρεμαν για πολύ καιρό.
Στα χρόνια που ακολούθησαν , ζούσα όμορφες και αντιφατικές στιγμές , μήνες ολόκληρους σε  απόλυτη ησυχία κι έπειτα σε ξέφρενους ρυθμούς  για μερικές εβδομάδες. Κόσμος, φωνές, γέλια, καυγάδες,  οι μηχανές στο φουλ μέρα νύχτα, η καμινάδα μου να καπνίζει ασταμάτητα. Μετά  πάλι νεκρική σιγή. Χρόνο με το χρόνο όμως  λιγόστευαν οι ζωηρές μέρες μέχρι που σταμάτησαν ολότελα.
Βασική αιτία το Ακρωτήριστο οποίο το 1967 ο Σπύρος Μαρινάτος  ανακάλυψε λέει θαμμένη μέσα στη λάβα μια ολόκληρη πολιτεία τόσο παλιά που ξεπερνούσε τα 3500 χρόνια πριν από την ανέγερσή μου. Άνθρωποι απ’ όλο τον κόσμο  άρχισαν να συρρέουν  στο νησί για να την επισκεφτούν. Παράλληλα με την αρχαία πόλη,  οι άνθρωποι μαγεύτηκαν κι απ’ τις ομορφιές της Σαντορίνης που έγινε ένας από τους αγαπημένους τους προορισμούς.  Έτσι οι ντόπιοι   άρχισαν να ασχολούνται περισσότερο  με τον τουρισμό και λιγότερο με τα χωράφια και τις ντομάτες τους. Κάθε χρόνος που περνούσε  έβλεπα όλο και λιγότερα οικεία πρόσωπα. Παρότι  η γη αφέθηκε ακαλλιέργητη,τα τουριστικά καταλύματα ξεφύτρωναν σαν μανιτάρια λες και τα ‘σπερνε κάποιο αόρατο χέρι. Όπως ήταν επόμενο, μαζί με τη γη μαράζωσα κι εγώ ώσπου τα μηχανήματά μου σίγησαν για πάντα.
 Έμεινα στη σιωπή αρκετά χρόνια. Κι ενώ  γερνούσα παραμελημένο,  μια μέρα ήρθαν  οι βάρβαροι. Με ζούληξαν, με έσκαψαν, με παραγέμισαν, με έβαψαν και τέλος  σαν να με ομόρφυναν ξανά. Κι εκεί που περίμενα να πάρουν πάλι μπρος οι μηχανές  μου, να δω γνώριμες φάτσες, μου έρχονται κάτι μοσχομυριστές  κυράδες  με τακούνια και  κάτι περισπούδαστοι κύριοι που  περιφέρονταν στους χώρους μου. Βιομηχανικό Μουσείο Ντομάτας έγινα !!! Όχι ότι δε μου αρέσουν οι συζητήσεις, οι συναυλίες κι όλες οι εκθέσεις που γίνονται εδώ , αλλά να, όσο να ‘ναι νοσταλγώ τις παλιές καλές μέρες με τους εργάτες, τους αγρότες, τη φασαρία  και τη «ντοματίλα» που μπορούσες να τη μυρίσεις από μίλια μακριά . . .!!!
"Λαογραφία Σαντορίνης" 


Σάββατο 12 Μαΐου 2018

Η Σαντορίνη και το Θέατρο


Εφημερίδα Κυκλαδικό Φως
Ιανουάριος 1969, του Φάνη Τριπολίτη

Το ελληνικό θέατρο πρωτοείδε το φως μετά τον αγώνα της ανεξαρτησίας του 1821 εις τη Σαντορίνη. Εις το Ηράκλειο της Κρήτης ήταν εγκατεστημένος ο εκ Μεσσήνης της Σικελίας πολιτικός φυγάς ιατρός Δομένικος Σανταντώνιος ο οποίος είχε και την ιδιότητα του Προξένου της Αγγλίας. Λίγο μετά την επανάσταση του 1821, ο Πρόξενος, διωκόμενος από τους Τούρκους, εγκατέλειψε με την οικογένειά του το Ηράκλειο και ετράπη προς την Ευρώπη, αλλά λόγω κακοκαιρίας το σκάφος με το οποίον εταξίδευε προσέγγισε εις τη Σαντορίνη. Αποβιβασθείς εκεί συνήντησε και άλλους πρόσφυγας εκ Κρήτης, που είχαν προηγηθεί αυτού, επιπλέον δε και πολλούς Καθολικούς και γενικά κόσμο ανεπτυγμένον, πράγματα που τον έκαμαν να εγκαταλείψει το σχέδιον του όπως μεταβεί εις την Ευρώπη δια να εγκατασταθεί εις τη Σαντορίνη όπου και ήσκησε την ιατρική.
Ο εν λόγω ιατρός ήταν ευγενής ενάρετος και φιλάνθρωπος και εκτός της επαγγελματικής του δραστηριότητας την οποίαν πολλάκις προσέφερε και αφιλοκερδώς, ηθέλησε να ψυχαγωγήσει και τους κατοίκους. Προς τον σκοπόν αυτόν, κατά τις αποκριές του 1827, οργάνωσε θεατρική παράσταση κατά την οποία επαίχθησαν δύο κωμωδίες, η μία στα Ελληνικά και εν δράμα εις την Ιταλική. Δεν είναι γνωστόν ποια ήσαν τα πρόσωπα που έλαβαν μέρος εις τας παραστάσεις αυτάς πλην του ότι έλαβαν μέρος μόνο άνδρες μεταξύ αυτών πρώτος και καλύτερος ο ίδιος ο Δομένικος Σανταντώνιος. […] είναι γνωστόν ότι η θεατρική αυτή παράσταση, η τόσο αναγκαία δια την ψυχαγωγία των κατοίκων της νήσου κατόπιν μάλιστα των δεινών που υπέστησαν, παρ ολίγον να ματαιωθεί εξ αιτίας του τότε Προεστού της μονής των Ιησουιτών και τοποτηρητού του χηρευόντος επισκοπικού θρόνου των Καθολικών Pegues, […] ο οποίος ούτε λίγο ούτε πολύ χαρακτήρισε την αγαθήν αυτήν πρόθεσιν ως ανήθικον και γενικά ως απαυδούσαν εις τα χρηστά ήθη. Και όχι μόνον προσεπάθησε να τον αποτρέψει, αλλά και απείλησε ότι θα αφορήσει παντα εκ του ποιμνίου του ο οποίος θα ελάμβανε μέρος καθ οιονδήποτε τρόπον εις την θεατρική αυτή παράσταση.
Παρ όλον όμως, όπου κατά την εποχήν εκείνη η επιρροή του καθολικού ιεράρχου εις τη Σαντορίνη, ήταν σημαντική, προς μεγάλην του απογοήτευση η παράσταση εστέφθη υπο εξαιρετικής επιτυχίας […] Γνωστόν μόνον είναι ότι η εντύπωση όλου του κόσμου της Σαντορίνης υπήρξε άριστη και ότι το γεγονός αυτό, διότι περί γεγονότος αναμφισβητήτως επρόκειτο , εξήλθε των ορίων της μικράς μας νήσου, η οποία τοιουτοτρόπως προηγήθη της πρωτευούσης του νεοσύστατου τότε Ελληνικού Βασιλείου εις την οποίαν μόλις κατά το έτος 1839 συνεστήθη θέατρον

Δευτέρα 16 Απριλίου 2018

Οι στιχοπλάστες της Σαντορίνης


Του Μάρκου Αβ. Ρούσσου 
Εφημερίδα Κυκλαδικό Φως,  Ιανουάριος 1968
[…] η χαρά και το γλέντι είναι μέσα στο αίμα του –Σαντορινιού, ο χορός και το τραγούδι στην ψυχή του . στον πιο μεγάλο του πόνο βρίσκει το κουράγιο να σχηματίσει ένα χαμόγελο στα χείλη του . είναι στιχοσυνθέτης, ρομαντικός, συναισθηματικός και αγαπά με πάθος. Είναι έτοιμος να δεχθεί κάθε θυσία για  την αγάπη του και άλλοίμονο σε εκείνον που θα τον εμποδίσει να την κάμει δική του . φτιάνει μόνος του τραγούδια αλλά και ρίμες γεμάτες χιούμορ σε αλάνθαστο μέτρο και ομοιοκαταληξία. Αν συναντηθούν καμιά φορά δύο στιχοσυνθέτες τότε αυθόρμητα γεννιέται μετά ένας ποιητικός τους οίστρος και ο ένας προσπαθεί να συναγωνισθεί τον άλλον .
Δύο τέτοιο τύποι συναντήθηκαν κάποτε σε κάποιο πανηγύρι στον αυλόγυρο της εκκλησιάς. Οι δύο αυτοί Σαντορινιοί ήταν ο Λιάς ο Αρακάς από τον Βόθωνα και ο Σκουριαυλός ( κορυδαλλός)  από τον Καρτεράδο. Πρώτος προκάλεσε τον Σκουριαυλό ο Λιάς του Αρακά με τούτο το δίστιχο που το συνέδεσε στη στιγμή.
-          Αν δεν σε πιάσω Σκουριαλέ, θα κόψω το λαιμό μου
Ένα κατσούνι μου φαες από το καλοκαρνό μου.
Του απαντάει ο Σκουριαυλός:

-          Πάρε το αξινάρι σου κι άντες να σκάβγεις χώμα,
Μα για να πιάσεις Σκουριαυλό, είσαι μωρό ακόμα.
Απαντάει ο Αρακάς:
-          Θα βάλω τη γυναίκα μου να κάτσει στην καλύβα,
Το γυιο μου μπρος στην αμπασά και γω μες στη ρυμίδα.
Και του απαντάει ο άλλος
-          Μηδέ εσένανε δουλιώ , μα μήτε και το γυιό σου,
Μέρα και νύχτα θα περνώ απ΄το καλοκαιρνό σου .
Χωρίς δεύτερη σκέψη  ο Αρακάς του λέει:
-          Ίντα να σου κάμω σκουριαυλέ που δε βαστώ τα σκάγια,
να σου παιζα μια τουφεκιά να σε
έριχνα στα απλάγια.
«Μπράβο Λιά»  του φώναζαν οι άλλοι λίγο και τον έφαγες.
Ο Σκουριαυλός όμως δεν ήθελε να το βάλει κάτω
-          Αν είσαι άξος κυνηγός, στ αλώνι θα μαι μέσα
Μα συ και το τουφέκι σου είσαστε για πεσκέσα.
Κείνη την ώρα ακούστηκε μία φωνή :
-          Νίκησες Σκουριαυλέ, δεν έχει ήντα άλλο να σου πει μπλειο ο ΛΙάς.
Ήτανε ο Μανώλης ο Μανίτης ( παρατσούκλι για τα μανιτάρια), φίλος του Σκουριαυλού.
Ο Αρακάς τότε ηπούνιωσε με τα λόγια του Μανίτη και γυρίζει προς το πλήθος του πανηγυριού που παρακολουθούσε την μονομαχία των στίχων και λέγει :
-          Αύριο βράδυ βρε παιδιά, σας έχω φαί στο σπίτι,
Θα χω τον Σκουριαυλό γιαχνί, στιφάδο τον Μανίτη.
Το ν τελευταίο στίχο του Λια του Αρακά από το Βόθωνα εκάλυψαν παρατεταμένα χειροκροτήματα και φωνές ενθουσιασμού και όλοι μαζί τρέξανε να συγχαρούν τους δύο απλοικούς ποιητές. Τον Σκουριαυλό και τον Αρακά.
Μα κι αν έφυγαν κείνοι οι καλοκάγαθοι και αν ακόμη άλλαξε ο τρόπος ζωής των σημερινών ανθρώπων  πάνω στο νησί, ο χαρακτήρας τους μένει ο ίδιος. Έτσι όμορφα και συστομονιασμένα κυλούσε η ζωή στα παλιά χρόνια στη Σαντορίνη.

Παρασκευή 23 Μαρτίου 2018

Tης Πλατσανής το ποίημα


Της Πλατσανής το ποίημα

Ο καθεδρικός ενοριακός ναός της Οίας στην κεντρική πλατεία του χωριού, πανηγυρίζει του Ακάθιστου Ύμνου, δηλαδή το πέμπτο και τελευταίο Σάββατο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής (24 στροφές σε ελληνική αλφαβητική ακροστιχίδα, όπου η κάθε μια ξεκινά με το αντίστοιχο κατά σειρά ελληνικό γράμμα κι εξιστορεί τα γεγονότα της Θεοτόκου από τον Ευαγγελισμό μέχρι την Υπαπαντή). Ο ναός χτίστηκε το 1965 λόγω καταστροφής του παλαιού από τον σεισμό του 1956. Η εικόνα βρέθηκε από Οιάτη ψαρά να επιπλέει στη θάλασσα κι από τον ήχο «πλατς-πλατς» που έκαναν τα κύματα πάνω στο ξύλο καθώς η εικόνα επέπλεε στην επιφάνεια της θάλασσας πήρε την ονομασία «Παναγιά η Πλατσανή». Η προφορική παράδοση λέει ότι ο πρώτος ναός (ο παλιός ναός) χτίστηκε στο Γουλά μετά από όνειρο που είδε ο ίδιος ψαράς στον ύπνο του αρκετές μέρες μετά την εύρεση της εικόνας όπου η Παναγία του επιδείκνυε το σημείο διότι «επιθυμία Της ήταν η εκκλησία που θα χτιζόταν για να τη στεγάσει να βλέπει προς την Κρήτη επειδή η εικόνα προερχόταν από κατεστραμμένη εκκλησία της Κρήτης που είχαν κάψει οι Τούρκοι και οι ντόπιοι για να σώσουν την εικόνα την πέταξαν στη θάλασσα ώσπου τα κύματα την έφεραν στο γιαλό της Οίας».
Όλα τα Ιερά σκεύη είναι αφιερώματα ευσεβών Οιατών, κυρίως ναυτικών, για να τους προστατεύει στα ταξίδια τους. Τα περισσότερα από αυτά προέρχονται από την Ορθόδοξη Ρωσία, όπου με τα ιστιοφόρα τους μετέφεραν το φημισμένο κρασί της Σαντορίνης. Το τέμπλο είναι ξυλόγλυπτο. Υπάρχει πάνω σ’ αυτό η χρονολογία 1820 μ.Χ. η οποία όμως είναι πιθανόν η χρονολογία επιχρύσωσής του, γιατί η κατασκευή του τοποθετείται από τους ειδικούς πολύ παλαιότερα. Η Αγιογράφηση του ναού έγινε σε τρία στάδια από Θηραίους αγιογράφους.
Στο βιβλίο του Νίκου Κεφαλληνιάδη για την Παναγιά στις Κυκλάδες εντοπίστηκε και το ποίημα που φτιάξανε μετά το σεισμό του 1956, για την ανοικοδόμηση της Παναγιάς.


«Το νέο έτος σας εύχομαι από της Οίας τον Πόντον, να είναι ευτυχέστερον όλων των παρελθόντων.
Στου Τζώρτζη τ Αλαφούζου μας θα κτισθεί η Παναγία και τότε θα ευπρεπισθεί ολόκληρη η Οία.
Ο έρανός μας άρχισε δια την Παναγίαν, παρακαλώντας βάλλετε με γενναιοδωρία.
Αγαπητοί μου χωριανοί βάλτε τη συνδρομή σας, και η Παναγιά θα βρίσκεται νυχθημερόν μαζί σας.
Σκεφτείτε πως η Παναγιά είναι ξεσουβωμένη, σε μία γωνία κάθεται σαν παραπονεμένη.
Τέσσερα χρόνια πέρασαν και είναι εις τα σέτζα κι η Παναγιά η Πλατσανή πολύ στενοχωριέται .
Δεν σας ζητεί να της χτισθεί ναός πολυτελείας, μόνο ζητεί να στεγασθεί που ναι σε μία γωνία.
Ποιος είναι που δε φώναξε: « Πρόφθασε, Παναγιά μου», βοήθησε τον άνδρα μου και σώσε τα παιδιά μου»
Γι αυτό έχουμε υποχρέωση όλοι με προθυμία ότι μπορεί ο καθένας μας δια την Παναγίαν.
Κι η Παναγιά η Πλατσανή με όλη τη χαρά της, που τον Εσταυρωμένον της Υιον θα χει κοντά της
Το Ρόδον το Αμάραντον είναι η Παναγιά μας, για τούτο και την έχουμε θερμή προστατριά μας.
Πρέπει να τη συνδράμομε με όλη την καρδιά μας.
Βιομήχανοι , εφοπλισταί βάλτε τη συνδρομή σας Βάλτε τη συνδρομή σας
Κι η Παναγιά θα βρίσκεται νυχθημερόν μαζί σας.
Και εσείς που στην Αμερικήν ευρίσκεσθε, μακριά μας,
Δολλάρια να στείλετε δια την Παναγιά μας.
Και σεις όλοι οι ναυτικοί βάλετε βοηθεία, για να κτισθεί η εκκλησιά να μπει η Παναγία.
Τη συνδρομή σας βάλετε, όλοι ανεξαιρέτως και θαναι αμάρτημα να μη κτιστεί εφέτος.
Και να τηνε συνδράμετε την Παναγιά Μαρίαν, όπου η ευλογία της θα σας χαρίζει υγείαν.
Αγαπητοί μου χωριανοί , ότι μπορείτε βάλετε, και τότε όλοι με χαρά το «προσταχθεν» θα ψάλλετε.
Για τούτο και προσφέρετε με όλην την καρδιά σας κι η Παναγιά η Πλατσανή θα ναι βοήθειά σας.
Κύριε βιομήχανε, Ιάκωβε Δαρζέντα, στη βιομηχανία σας συ έχεις τα ταλέντα.
Τη συνδρομή σας βάλετε δια την Παναγίαν που ήσουν ενορίτης της βρισκόμενος στην Οία.

Στην άσπιλον κι αμόλυντον, δώσετε βοηθεία, όπου μέσα στην Οία σας, σας δίδει ευλογία.
Κύριε Λουκά, εφοπλιστά, που χετε τα βαπόρια, δια την Παναγία μας βάλετε πολλά βόλια.
Δεν σας ζητεί ευπρέπεια, τοίχους ζωγραφισμένους, ζητεί να φύγει από το σκαμνί που τη χουνε θεσμένη.
Κυρία Καδιώ, εφοπλιστού, βάλετε ένα κανδήλι και το όνομά σας θα γραφτεί με το χρυσό μολύβι.
Την Παναγιά την Πλατσανή όλοι σας βοηθείστε, Κι όταν κτισθεί η Εκκλησιά όλοι σας θα χαρείτε
Εγώ δεν είμαι πλούσια, τίποτε για να κάμω μόνο στο κανδηλάκι της, λίγο λαδάκι βάνω.

Την ποίηση που έκαμα δεν είναι του μυαλού μου, η Παναγιά η Πλατσανή, την έβαλε στο νου μου»

Πηγή: Ν. Κεφαλληνιάδης, Η λατρεία της Παναγιάς στα ελληνικά νησιά, Αθήνα 1990.

Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2018

Η Κατινάρα του Μεγαλου Χωρίου



Στη συγκεκριμένη ανάρτηση δεν θα είμαι αντικειμενικός. Θα αναφερθώ σε μια ξεχωριστή και πολύ αγαπημένη σε μένα οικογένεια. Στην οικογένεια της Κατινάρας Πρέκα (Βενιζέλου), της Κατινάρας του Μεγαλου Xωριού, της δικιάς μας Κατινάρας. Δεν θα είμαι αντικειμενικός όχι μόνο γιατί με τη συγκεκριμένη οικογένεια είχα έχω και θα έχω ξεχωριστες επαφές, αλλά και για άλλο γεγονός.
 Έλαβα ένα μήνυμα, ότι ο μεγάλος εγγονός της Κατίνας, ο νεότερος Αντώνης, ξεκίνησε να μαζεύει φωτογραφίες, πήγε στη γιαγιά του, κατέγραψε με τα δικά του γράμματα τις φωτογραφίες, «για να τις στείλει στον Ιωσήφ» αλλά και να μείνουν στο προσωπικό του αρχείο. Η κίνηση και μόνο αυτή δεν μπορεί να μην είναι τιμητική και να μην  ξέρεις ότι ο σπόρος της διάδοσης μιας άλλης Σαντορίνης  κάτι πιάνει … και κάποιος καρπός θα βγει. Έτσι λοιπόν, ξεχωριστά ευχαριστώ στον Αντώνη Χόνδρο, γιο του Δημήτρη και της Φωτεινής – κόρη της Κατίνας, σε ένα νέο παιδί του Μεγαλου Χωριού που με το βάρος της ιστορίας της οικογένειας του , πιστεύει στην Μνήμη και συνεχίζει την Ιστορία. Από τις φωτογραφίες που μου έστειλε εχω επιλέξει κάποιες  και μαζί με ένα μικρό ιστορικό θα τιμήσουμε μαζί με τον Αντώνη, την Βικτωρία – κόρη της Κατίνας, αλλά και τη δικιά μας Αρτεμία Αργυρού, την τόσο αξιαγάπητη Κατίνα και φυσικά το αρχείο της.
H Kατίνα μας γεννήθηκε το 1945. Δύσκολα Χρόνια καθώς από μικρή δούλευε στον κάμπο. Φύτευαν αρακά κριθάρι, φακή, τομάτα. Παντρευτηκε το 1973 τον κατά 26 χρόνια μεγαλύτερο της Αντώνη Πρέκα ( Βενιζέλο) από προξενιο. Έκανε 3 κόρες  Βικτωρία, Φωτεινή, Ειρήνη Χρυσοβαλλάντου, και έχει ευτυχήσει να δει 3 εγγόνια, Αντώνη, Μάριο αλλά και Κατερίνα. Σχεδόν 11 χρόνια μετά ο Αντώνης πεθαίνει και η Κατινάρα μας μεγαλώνει μόνη τα παιδιά της. Η σοφία της, η ανάγκη του εαυτού της  να δίνει αγάπη, οι ευχές που σίγουρα πιάνουν, τα καλοπιάσματά της, τα αστεία της είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά της. Η δε πίστη της αναλλοίωτη. Όταν φροντίζει την Παναγιά Της  ( Ευαγγελισμό και Κοίμηση που είναι ακριβώς μπροστά από το σπίτι της), είναι σαν να υποδέχεται σε βεγγέρες  τους επισκέπτες στο δικό της σπίτι .
Την 1η Νοεμβρίου 2017 ανέβηκε για να τιμήσει τους Αγίους Αναργύρους, απ έξω από την εκκλησία όταν πήγα να της ανοίξω την κεντρική πόρτα για να μπει γύρισε και μου είπε μια τόσο ιδιαίτερη φράση «Δεσπότης είμαι για να μπω από τη μέση… δεν είμαι εγώ για τέτοια…από την άκρη…»
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν, να ανασκαλίζουμε το αρχείο της Κατινάρας του Μεγαλου Χωριού.
Ο Αντώνης  και η Κατίνα Πρέκα στην Τρανή Παναγιά στο Μεγαλοχώρι


o Αντώνης και η Κατίνα μας 
η Κατίνα, η Βικτωρία , η Φωτεινή και ο Αράπης




ο Αντώνης και η Κατίνα 





Γιώργος  και Στάθης Νομικός (αδέρφια της) , Φωτεινή Πρέκα, Μόδεστος Ευδαίμων, Καλλιόπη Νομικού,Βικτωρία Νομικού


και Τζανάκης Νομικός , Αντώνης Πρέκας ( Βενιζέλος)  Γιώργος Νομικός και Βικτωρία Νομικού



Διακρίνονται οι : Ειρήνη και Χαραλαμπία Λειβαδάρου, Ειρήνη Βάλβη, Μιχάλης Σαμπούκος, Νικόλας Νομικός, Ανεζίνη Γαλαίου, Ευαγγελία Φύτρου (αυγουλού), Χρήστος Σιάλας, η Ρόλενα, Μαρία Γαλαίου, ο Μανώλης Φύτρος (αυγουλάς) και η Κατίνα

 : 

Απ έξω από το σπίτι της μπροστά από τον Ιερό Ναό Ευαγγελισμού και Κοιμήσεως της Θεοτόκου διακρίνονται οι :Γιώργος Σιγάλας (Μπαλής) Μανώλης Καραμολέγκος, Γιώργος Καφούρος (κοφινάς) Νικόλας Αρβανίτης (φύλακας), Βαγγέλης Νομικός (Μπαχάς) Κωνσταντίνος Πελεκάνος, Αντώνης Σιγάλας (πέρακας), Κτριάκος Καραμολέγκος (παππάς)



καποια περιφορά στον Αθηνιό του Αγίου Νικολάου, ο παπα Λευτέρης μας η Κατίνα, ο καπετάνιος, ο κοφινάς  και τόσοι μα τόσοι άλλοι 

Κατίνα μας, δεν θα σου πω τίποτα άλλο παρά ένα μεγάλο ευχαριστώ από πολλούς!!! 

Δευτέρα 22 Ιανουαρίου 2018

Λουκάς Ν. Νομικός (1886-1969) … ο Πειραιώτης!

Λουκάς Ν. Νομικός (1886-1969)
… ο Πειραιώτης!

Μέρος Β…

Μετά το Α μέρος (http://kallistorwntas.blogspot.gr/2017/09/1886-1969.html)  συνεχίζουμε το μικρό ταξίδι μας στο πρώτο λιμάνι της χώρας για να γνωρίσουμε τις άγνωστες  -για εμάς εδώ στην Σαντορίνη- πτυχές της ζωής του Λουκά Νομικού: την ζωή και την δράση του στον Πειραιά. Όχι όμως σαν εφοπλιστής, αλλά σαν δημότης, πολίτης και μόνιμος κάτοικος αυτής της πόλης.



Η σχέση του με την «Ιωνίδειο Σχολή Πειραιά»


Η «Ιωνίδειος» Σχολή Πειραιά είναι ένα από τα πιο ιστορικά δημόσια σχολεία (Γυμνάσιο-Λύκειο) του Δήμου Πειραιά. Ιδρύθηκε το 1847 με χρήματα του Κωνσταντίνου Ιωνίδη, ο οποίος το 1844 με επιστολή του προς τον τότε Δήμαρχο Πειραιά Πέτρο Ομηρίδη-Σκυλίτση  δήλωνε ότι διαθέτει το ποσό των 30.000 δρχ. για την ανέγερση σχολείου σε οικόπεδο που θα διατεθεί από τον Δήμο. Το οικόπεδο βρέθηκε στο κέντρο της πόλης, στην πλατεία Κοραή απέναντι από το Δημοτικό Θέατρο και τα εγκαίνια έγιναν στις 21 Μάιου 1847. Το 1932  κατεδαφίζεται το αρχικό μικρό παλαιό κτίριο και στη θέση του ανεγείρεται το πολυόροφο κτίσμα που υπάρχει μέχρι σήμερα με δαπάνη η οποία καλύφθηκε με δάνειο που σύναψε η Σχολική Εφορία.
Στο site των αποφοίτων της «Ιωνιδείου Σχολής Πειραιά» (www.saisp.gr/ionideios/?q=article/το-σχολείο-/49) διαβάζουμε για την θέση του Λουκά Νομικού στην Σχολική Εφορία:
 «….30 Οκτωβρίου 1933.   Θεμελιώνεται το νέο κτήριο. Η απόφαση της Σχολικής Εφορίας:  Γ. Ματσόπουλος (ιατρός, πρόεδρος), Ηλίας Βλασσόπουλος, Ματθαίος Χαμογεωργάκης, Αλκιβιάδης Μαντάς, Δημήτριος Γιαννουκάκος (υποδιευθυντής), Λουκάς Παπαγεωργίου, Σωτήριος Γιαννακάκης (γυμνασιάρχης), Δ. Πετρόχειλος, Α. Κυριακάκος, Λουκάς Νομικός, Σβορώνος και Μητσόπουλος και Γ. Εμμανουήλ (Διευθυντές).  Η ανέγερση του νέου κτιρίου, ειδικότερα όμως η απόφαση της τότε Σχολικής Εφορείας και του Διευθυντή της Σχολής να κατασκευασθούν στο ισόγειο του κτιρίου καταστήματα, εξασφάλισαν στη Σχολή τα απαραίτητα οικονομικά μέσα για την κανονική και ομαλή λειτουργία της, ως προτύπου. Η τότε Σχολική Εφορεία μπορεί να θεωρηθεί μετά τον Κ. Ιωνίδη και τον Δήμο Πειραιά, τρίτος ευεργέτης της Σχολής…»
Από την «Ιωνίδειο» πέρασαν μαθητές: ο «άγιος των γραμμάτων» Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ο ακαδημαϊκός & σκηνοθέτης Σπύρος Μελάς, ο ποιητής Λάμπρος Πορφύρας, ο λογοτέχνης Αλέξανδρος Πάλλης, ο συγγραφέας Παντελής Χορν, ο ηθοποιός Αιμίλιος Βεάκης. Στα θρανία της έμαθαν γράμματα πολλοί μετέπειτα πανεπιστημιακοί, βουλευτές, εφοπλιστές, εκδότες, γιατροί, δικηγόροι και πλήθος προσωπικοτήτων καταξιωμένων στον κοινωνικό και επαγγελματικό στίβο του Πειραιά αλλά και ολόκληρης της Ελλάδας. Μαθητές της Ιωνιδείου υπήρξαν και οι γιοι του Λουκά Νομικού, Νίκος και Δημήτρης.
170 χρόνια μετά την ίδρυση της, η Ιωνίδειος Σχολή εξακολουθεί να προσφέρει με την πνευματική και κοινωνική  της παρουσία στην εκπαίδευση του Πειραιά.
Το όνομα του Λουκά Νομικού αναφέρεται στις μαρμάρινες πλάκες των ευεργετών του σχολείου που κοσμούν το εξωτερικό του σχολείου.






Ο  «Ελληνας Ποντοπόρος» στον Τινάνειο Κήπο

Ο Λουκάς Νομικός υπήρξε ιδρυτικό μέλος και πρώτος πρόεδρος της Ένωσης Εφοπλιστών Μικρών Αποστάσεων η οποία δημιουργήθηκε το 1940 στον Πειραιά. Διατέλεσε την πρώτη θητεία στα δύσκολα χρόνια του Ελληνο-Ιταλικού πολέμου και της Γερμανικής Κατοχής 1940-1945, τον διαδέχτηκε ο Ανδρέας Συνοδινός 1945-1949  και εν συνέχεια έγινε ξανά πρόεδρος από το 1949 ως το 1964 με μια διετία διακοπής κατά τα έτη 1950-1952 όπου πρόεδρος είχε αναλάβει ο ανιψιός του Αλέξανδρος Σιγάλας, (γιος της εξαδέλφης του Καδιώς Σιγάλα).  Επί προεδρίας του λοιπόν, η Ένωση  δώρισε στον Τινάνειο Κήπο του  Πειραιά το άγαλμα του «Έλληνα Ποντοπόρου», έργο του γλύπτη Κώστα Βαλσάμη. Ο «Τινάνειος Κήπος» είναι ένα από τα μεγαλύτερα πάρκα του Δήμου Πειραιά δίπλα στον Άγιο Σπυρίδωνα και δημιουργήθηκε το 1854 από τον Γάλλο ναύαρχο Τινάν από τον οποίο πήρε και το όνομα. Έχει ιδιαίτερη ιστορική σημασία καθώς σε δέντρο του είναι «καρφωμένο» τμήμα του πλοίου Clan-Fraiser που εξερράγη κατά την διάρκεια του βομβαρδισμού του Πειραιά τον Απρίλιο του 1941 από τους Γερμανούς και διαθέτει μεγάλη ποικιλία χλωρίδας με συκιές, πλατάνια, λεύκες, πεύκα, ακακίες Κων/πόλεως, ελιές, φοίνικες, βραχυχίτωνες, δάφνες, εσπεριδοειδή, αγγελικές, κουτσουπιές, θάμνους, μουριές, κυπαρίσσια και έλατα.  Στην κέντρο λοιπόν του Τινάνειου Κήπου βρίσκεται το άγαλμα να «ατενίζει» την θάλασσα, με την επιγραφή:
 Εις τον συντελεστή της νίκης Έλληνα Ποντοπόρον 
Η Ένωσις Ελλήνων Εφοπλιστών -  1949












«Ο καλός μου πατέρας και… το μαθιασμένο φουρνί». - Ηθογραφία μιας άλλης Σαντορίνης



Μεγάλη σκάση είχε ο καλός μου πατέρας, που η μάνα μου δεν ήξερε να τζιμπά μελιτίνια. Γιατί ήπρεπε, για να κάμομε τα δικά μας μελιτίνια να ψήσει ο καημένος στο φουρνί μας άλλων γυναικών τα μελιτίνια, για να βοηθήσουνε και εκείνες με τη σειρά ντως τη μάννα μου. Βλέπετε στο σπίτι μας είχαμε φουρνί με τα ξύλα, μιας και η λαλά μου το Καλλίτση ήτονε από το σόϊ των Ραϊσιδων γνωστών φουρνάρηδων.

Ο πατέρας μου ιδέα δεν είχε από φουρνί, αλλά μιας και υπήρχε στην αυλή μας, τετραπέρατος και προκομένος όπως ήτονε, γρήγορα το ΄μαθε. Και τι δεν ηκάναμε σε αυτό το φουρνί : ψωμί, ντάκο παξιμάδι, σταφιδιές, φεσκουλιές…

Αλλά η μεγάλη βόγα του φουρνιού ήτονε τσι ημέρες τσι Λαμπρής που είχε τη τιμητική του. «Το μαρτύριο» του καλού μου πατέρα ηξεκίνα απολούτρουα τσι Κυριακής των Βαγιών και ητέλειωνε το Μεγάλο Σαββάτο το βράδυ…. Και που ξύλα ο Χριστιανός, που ήπρεπε να τα φέρει με τον ώμο ή με το γάδαρο από το αμπέλι. Ευτυχώς ξύλα είχαμε, αφού είχαμε δικά μας αμπέλια.

-Κα, μακαριά των γωνιών σου Βάγγελε, θα μου ψήσεις και εμένα τα μελιτίνια μου; Και εγώ πάλι ότι θές…

-Να σου τα ψήσω, αλλά θώριε το μόνο που θέλω είναι να μάθεις τη Μαρία μου να τσιμπά μελιτίνια, γιατί μεγάλο καμό έχω. Να ψήνω εγώ, να τζιμπά η Μαρία μου, κανένανε πιο να μην έχομε ανάγκη.

Πράγματι σε ηλικία (8) χρονών, το όνειρο του καλού μου πατέρα έγινε πραγματικότητα και τζιμπούσα μελιτίνια. Μεγάλη χάζη είχα να βλέπει κανείς τα αφράτα και μικρά δακτυλάκια μου να κάνουν το μελιτίνι ολοστρόγγυλο με ψιλά-ψιλά τζιμπιά, λές και ήτονε από γρανάζι… Θυμούμαι, ερχότανε οι νοικοκυρές στο σχολειό και λέγανε στη δασκάλα μου τη Βάσω (Θεός σχορέστην) : Κα, άφησε λιγάκι το θυατεράκι να μου τζιμπήσει ένα τενεκέ μελιτίνια και να ρθεί πάλι… Και εγώ πιο δεν ήβλεπα την ώρα να πάω να τζιμπώ.

Τέλος πάντων. ΄Ητονε Μεγάλη Τρίτη. Από το πρωί στο πόδι εγώ με τον καλό μου πατέρα. Είχαμε να ψήσομε τα μελιτίνια, τσι Ματζουράνας, του Μαρουσού,και τσι Χαβαδιάς. Με το που βάζομε τα ξύλα μέσα στο φουρνί και ξεκινούσανε οι ερδινιές πως θα ανάβω το φουρνί, ξεσπά μια βροχή, άλλο πράμα.

-Ε! ποσό θα κρατήσει η εποχή που είναι, θα σταματήσει ήντα θα κάμει. Λιγάκι υπομονή. Βρέ πάει μεσημέρι και να ρίχνει καρέκλες.

-Βρε Βάγγελε, πες των γυναικών να πάνε στα σπίθια ντως, ο λεβάντες είναι τρελός, άμα πιάσει δεν ξεστερεύει. Μας φώναξε από απέναντι ο Σέργιος το Γαλί, που ήξερε καλά τσι καιροί, σαν μυλωνάς που ήτονε. Το σπίτι μας γεμάτο τενεκέδες (λαμαρίνες) μελιτίνια που τα χανε φέρει οι γυναίκες, καμωμένα , έτοιμα για ψήσιμο. Μέχρι και απάνω στο κρεβάτι είχανε βάλει.

-Και ήντα να γενώ τώρα. Ήντα να πω των γυναικών; Που να τα πάνε; Μεγάλη σκάση, μεγάλος βραχνάς. Οι γυναίκες να κλαίνε και η βροχή να μη σταματά.

Επιτέλους το απόγευμα, κατά τις πέντε η ώρα βγαίνει η νεραντζούλα με τα όμορφα χρώματα και φέρνει τη χαρά και το γέλιο στα χείλη μας.

-Άντε, Μαρία μου, φέρε ξύλα να άψομε γιατί σίγουρα εδώ δά θα ακούσομε τη Κασσιανή. ‘Άμ δε, που άναβε το φουρνί. Τα ξύλα ήτονε βρεμένα, που να ανάψει .

-Βρε τι με βρήκε σήμερο, να λέει ο καλός μου πατέρας. Όχι τη Κασσιανή, αλλά Λαμπρή θα κάμομε εδώ δά.

Μάταια προσπαθούσε ο καημένος να ανάψει. Μόλις ανάβαμε αμέσως ήσβηνε.

Από τσι φωνές και τα παρακάλια μας στο Θεό, ήκουσε η γειτόνισα η Ανάργυρη του Χλαπιού.

-Μωρή, πας ήρθε καθόλου η Άννα η Χαβαδιά εδώ ; Αν ήρθε, αυτή ηθάρμισε το φουρνί. Ο Θεός να σε φυλάει από το… μάτι τσι Χαβαδιάς.

-Μαρία, πήαινε μάνι-μάνι απάνω τσι λαλάς του Ζαμπιού, νάρθει να ξεθαρμίσει το φουρνί και το πατέρα σου, μου λέει η μάνα μου και τα μάθια τσι ητρέχανε δάκρυα, όπως και των άλλων γυναικών.

-Κα ω λαλά. Έλα γρήγορα γιατί αυτή η παγιοχαβαδιά ηθάρμισε το φουρνί και δεν ανάβει. Όλα τα μελιτίνια είναι μέσα στο σπίτι και απάνω στα κρεβάθια.

-Έρχομαι μάθια μου. Αλλά πες τσι μάνας σου να ρίξει μέσα στο φουρνί λιγάκι Τρανό αγιασμό και να θυμιάσει με καλό λιβάνι τα τέσσερα καντούνια του φουρνιού, να πεί και το κοντάκιο των Αγιά-Νεργύρων και έρχομαι. Ά, πες και του αφέντη σου (τον πατέρα μου εννοούσε) να βγάλει το λουρί του και έρχομαι…

Η λαλά το Ζαμπιώ, ήξερε και ήβγαζε το θαρμό με το μέτρημα και τσι παλάμες, με ένα ρούχο μακρύ, εκείνου που ήτανε ματιασμένος. Όπως καταλαβαίνετε, το λουρί (ζώνη) του πατέρα μου ήτονε το καλύτερο για την περίπτωση.

Οι οδηγίες τσι λαλάς δοθήκανε και αμέσως ξεκίνησε το λιβάνισμα. ‘Ηρθε , ήβγαλε το θαρμό του φουρνιού και του καλού μου πατέρα και αμέσως, ω! του θαύματος, άναψε περίτρανα. Οι τενεκέδες με τα μελιτίνια πηγαινοερχόντουσαν στο φούρνο και το χαμόγελο επιτέλους ήρθε στα χείλη όλων μας.

-Μωρή Μαρία, φέρε μάνι-μάνι να ψήσομε τσι Ματζουράνας, γιατί αυτή είναι και αποτσιπωμένη, μη μας δώκει και καμμιά παρόλα.

Όμως, η ώρα περνούσε και ο παπά –Λευτέρης σήμαινε για τον εσπερινό και πράγματι εμείς μείναμε στο φουρνί και ακούαμε από μακριά την «Κασσιανή».

Ποτέ δεν θα ξεχάσω αυτή την Μεγάλη Τρίτη, όπως ποτέ δεν θα ξεχάσω και ακόμα είναι στα θρούνια μου, η όμορφη μοσχοβολιά του λιβανιού, ανακατεμένη με το καμμένο ξύλο της αμπελιάς, με τη μαστίχα και τη βανίλια των μελιτινιών και τη φρεσκοριγμένη βροχή…

Βέβαια, ο καλός μου πατέρας (δάσκαλος πάντα για μένα) με έμαθε και το φουρνί να ανάβω και να μην ξεχνώ αυτά που κάναμε και ψήναμε αντάμα στο φουρνί μας . Και τα χαλάκια μας (παξιμάδια πασχαλινά με ζαφορά και τριμένο τυρί -χλωρό) και τσι σταφιδιές μας και το ντάκο μας κάνομε εμείς και τώρα, πάντα με συνταγή δικιά του.

Άς είναι καλά εκεί που είναι ο καλός μου ο πατέρας, συντροφιά με το μικρό θυατέρι που έχομε στην αυλή μας… το μικρό μας εκκλησάκι, την Αγία μας Καλλιόπη”.


Μαρία Πελεκάνου - Πρόεδρος Πολιστικού Συλλόγου Μεγαλοχωρίου - Το Μετόχι
Πηγή:
www.santonews.gr

Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2018

Τα προϊόντα της Σαντορίνης τον 17ο αιώνα

Ένας από τους πιο γνωστούς Ιησουίτες ήταν και π. Φραγκίσκος Richard ο οποίος κατέγραψε με τρόπο γλαφυρό την ξεχωριστή έκρηξη του 1650 του Κολούμπου. Στο πόνημά του : “Relation de ce qui s'est passé de plus remarquable à Sant-Erini, isle de l'Archipel”, παρουσιάζει εκτός των άλλων και τα προϊόντα της Σαντορίνης εκείνης της εποχής. 
«η Σαντορίνη παράγει αρκετό κριθάρι, όχι όμως ςκαι σιτάρι που θα μας επέτρεπε να ισχυριστούμε ότι το νησί αυτό είναι πραγματικά πλούσιο. Σπάνιοι είναι και οι βοσκότοποι εφόσον δεν υπάρχουν ρυάκια ή βρύσες. Το πόσιμο νερό που συγκεντρώνεται στις στέρνες προέρχεται από τον ουρανό αν δεν βρέξει τότε οι Σαντορινιοί είναι καταδικασμένοι σε θάνατο εκτός βέβαια αν πιουν από το γλαφυρό νερό των παραλιακών πηγαδιών. Το καλοκαίρι η γη δεν έχει ανάγκη από νερό. Και αν κάποτε βρέξει εμφανίζονται έντομα που καταστρέφουν όλη την παραγωγή. 


Παρόλο που το έδαφος είναι ξηρό σαν να έχει περάσει από πάνω του φωτιά, η υγρασία που απορροφά τη νύχτα παράγει άφθονα προιόντα: κριθάρι, φασόλια, και αρακά, που οι ιταλοί ονομάζουν Φάβα. Όταν ψηθεί γίνεται ένας νοστιμότατος πουρές. Παράγει ακόμα κεχρί, σουσάμι, κολοκύθια, αγγούρια και πεπόνια ζουμερά. Μεγαλώνουν χωρίς νερό ή περιποίηση όπως συμβαίνει στη Γαλλία. 
Τα πεπόνια φυτρώνουν από τον ίδιο σπόρο και μίσχο με τα αγγούρια που εδώ τα ονομάζουν «κατζούνια». Τα κλήματα έχουν ύψος μισό πόδι. Είναι φυτεμένα σε αρκετή απόσταση το ένα από το άλλο για να απορροφούν όσο γινεται περισσότερο χυμό από την ξερή γη. Ένα μέρος από τα κρασιά της Σαντορίνης εξάγεται στη Χίο, Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη. Επι των ημερών μας, τα κρασιά είναι εξαιρετικής ποιότητας και πωλούνται πιο ακριβά από εκείνα της Νάξου και της Πάρου. 
Η καθημερινή τροφή των αγροτών συνίσταται σε παξιμάδι από κριθαρόψωμο. Το φθινόπωρο τρώγουν πολύ κυνήγι, ιδίως ορτύκια. Τα παιδιά ροκανίζουν το ψωμί με αρκετή όρεξη. Εάν κάποιος όμως το δοκιμάσει για πρώτη φορά, κινδυνεύει από αιμορραγίες. 
Εκτός από τα παξιμάδια συνηθισμένη τροφή είναι και τα χορταρικά. Το κρέας είναι σπάνιο. Μόνο οι πλούσιοι φτιάχνουν μια φορά το χρόνο παστά . Σφάζουν ένα παχύ βόδι και αφού το ξεκοκαλίσουν το κόβουν σε μικρά κομμάτια. Το βρέχουν με ξύδι, το αλατίζουν, και ύστερα το απλώνουν στον ήλιο για μία βδομάδα. Το παστωμένο κρέας διατηρείται όλο το χρόνο. Άλλοι το τρώνε ωμό. Άλλοι το μαγειρεύουν. 


Πηγή: Μ.Ρούσσος – Μηλιδώνης Ιησουίτες του 17ου και του 18ου αιώνα περιγράφουν το Αιγαίο, Εκδόσεις Δήμου Ανω Σύρου

Δευτέρα 1 Ιανουαρίου 2018

Περίπατος πλάι στο “γίγαντα”..


Το μονοπάτι σιγά σιγά στενεύει.. εδώ και ώρα έχει απομακρυνθεί από το παλιό αρχοντικό που στέκει αγέρωχο στα όρια του παλιού χωριού... η θέα σε κάθε σημείο είναι μοναδική.. από τη μια η πρωτεύουσα του νησιού και από την άλλη η θάλασσα και στη μέση ο μικρός “γίγαντας” που συνεχίζει να λαγοκοιμάται.. Όπου και να κοιτάξει, το βλέμμα της ταξιδεύει... ταξιδεύει και γαληνεύει.. 
Ο ήλιος έχει χαθεί πια στη μέση της θάλασσας και έχει δώσει τη θέση του στο ολόγιομο φεγγάρι... ο αέρας όσο βραδιάζει δυναμώνει... τα ξέμπλεκα μαλλιά της μπλέκονται στο πρόσωπο της όμως εκείνη συνεχίζει να περπατά στο μονοπάτι και κάθε τόσο κοντοστέκεται και κοιτάζει τη θέα. Πάντα τη μάγευε... το τοπίο, η μυρωδιά του βασιλικού στις γλάστρες... η αλμύρα της θάλασσας! Ο παφλασμός της ακούγεται στο βάθος σαν μουσική στα αυτιά της!
Έχει ξεμακρύνει πολύ από το χωριό. Σε λίγο θα αρχίσει να χάνεται στα σοκάκια της πρωτεύουσας. Θα αποφύγει για άλλη μια φορά το κέντρο. Αν και χειμώνας, έχει επισκέπτες το νησί ακόμα. Ο θόρυβος από την έντονη μουσική και τον κόσμο θα εξαφανίσει το “τραγούδι” της θάλασσας κι εκείνη έχει ανάγκη αυτόν τον ήχο απόψε. Καλύτερα να συνεχίσει “παραλιακά”. Άλλωστε πάντα αυτό το κομμάτι τη γοήτευε. Προσπαθεί να απομακρύνει άλλη μια τούφα από τα καστανά μαλλιά της που ο αέρας έφερε μπροστά στο πρόσωπό της. Ξαφνικά συνειδητοποιεί πως είναι τόσο απορροφημένη στις σκέψεις της που δεν έχει καταλάβει ότι ψιχαλίζει. “Δε πειράζει”, σκέφτεται, “λίγο έμεινε”.
Η βροχή δυναμώνει. Εντίνει το βήμα της. Δε κοιτά πίσω όμως. Θα καταφέρει να φτάσει στο αγαπημένο της σημείο. Είχε ακούσει στο γυαλό τους καπεταναίους να μιλούν το πρωί. Πώς δε το θυμήθηκε, άραγε; Την περίμεναν αυτή τη μπόρα ... θα ΄ταν δυνατή είχαν πει. 

A.Γ. 

Οι Σαντορινιοί του Πειραιά και τα «σαντορινέικα» του Αγ.Νείλου Β μέρος…

Τις μεταπολεμικές δεκαετίες, οι Σαντορινιοί εφοπλιστές έχουν κυρίαρχο ρόλο στο μεγάλο λιμάνι και στη Πειραϊκή κοινωνία. Ο Λουκάς Νομικός α...