Σάββατο 25 Δεκεμβρίου 2010

Kυριάκος Πρέκας ( Φαρισαίος) : Ένας ψαράς μα και λαουτιέρης....

ΠΡΩΤΟΙ ΣΤΑ ΚΑΛΑΜΠΟΥΡΙΑ
Οι ψαράδες παλιά, όταν πήγαιναν το πρωί να σηκώσουν τα δίχτυα, δεν υπήρχε περίπτωση να μην ανάψουν φωτιά στην παραλία και να φάνε ψάρια όλοι μαζί με γυναίκες και παιδιά και να παίξουν με τα όργανα. Ματήζανε (ενώνανε) τα φαγητά τους όπως ματήζανε και τα σχοινιά όταν κόβονταν. Λέγανε κι αστεία πιπεράτα που τους έκαναν να γελούν με την καρδιά τους. Έχει μείνει θρυλικός ο ψαράς Φούρος, το κανονικό του όνομα ήταν Γιάννης Λιβαδάρος, που έστυβε το μυαλό του όλη μέρα να βρει αστεία που θα έλεγε το βράδυ στη βεγκιέρα (παρέα): «Δυο μπετογάλουνα κρασί ήπιαμε με δυο μπεμπέκες και τις έβαλα στη βάρκα. Πέρασε λίγη ώρα κι η μια μου ζήτησε να πάει προς νερού της. Της έδειξα τους δύο μπαλαούρους της βάρκας, ο ένας είναι η αντρική κι ο άλλος η γυναικεία τουαλέτα, της είπα. Έστριψα το κεφάλι για να μη λέει ότι την κρυφοκοιτάω και περίμενα. Δεν πρόλαβε να κάτσει κι άκουσα ένα μπουμ πολύ μεγάλο. Δυναμίτη μου μολάρισε η άτιμη ή φιάλη αερίου έσκασε; Γυρνάω να δω τι τρέχει και τοιράζω την τρύπα του ποπού της. Πω πω, ένα τέρας μ’ ένα μάτι φώναξα. Γυρνάει κι αυτή προς τη μεριά μου να δει γιατί φωνάζω και τι να δω, μαύρο το γκαζερί της». Ποτέ δεν έβαλε μηχανή στη βάρκα του ο Φούρος, «άντε που θα βάλω το δούκιασμα (φάντασμα) μέσα», έλεγε. Όλο με κουπιά πήγαινε, μ’ αυτά έζησε την οικογένειά του κι έγινε νοικοκύρης. Ήταν ξεκάθαρο και ήσυχο μυαλό, όπως οι περισσότεροι Σαντορινιοί της εποχής εκείνης.
ΣΠΟΥΔΑΙΟΣ ΜΟΥΣΙΚΟΣ

«Δεν γνωρίζω από μουσική αλλά παίζω μουσική. Όλοι παίζουμε μουσική στην οικογένειά μας, ο παππούς, ο πατέρας, η μάνα, εγώ, τ’ αδέλφια μου, ο γιος μου ο Αντώνης. Σαντούρι έπαιζε και η αδελφή μου η Τούσα που χάθηκε πρόωρα στα 40 της χρόνια. Κάτι τραγούδια του τύπου: ‘‘σ’ αγαπάω μ’ ακούς;’’ δεν τα εκτιμώ καθόλου. Τα θεωρώ σαν τη γρίπη που περνάει και χάνεται». Ο Κυριάκος, είναι σπουδαίος ψαράς και λαουτιέρης. Όταν αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα ή δεν πάει καλά η δουλειά τα παρατάει όλα και πιάνει το όργανο. Παίζει για να φύγει η τρέλα και να καθαρίζει το μυαλό του. «Όταν έχασα την αδελφή μου συμμετείχα στη βαριά κατάσταση με λυπητερούς σκοπούς. Όταν όμως κήδεψα τον πατέρα μου δεν τον συνόδεψα με μουσική στο τελευταίο του ταξίδι. Μέσα μου το ήθελα, φοβόμουν όμως τα κουτσομπολιά. Λυπήθηκα και μετάνιωσα που δεν το τόλμησα». Από 13 ετών βγάζει μεροκάματο ο Κυριάκος με το λαούτο. Είναι πρακτικός οργανοπαίχτης και δεν γνωρίζει θεωρία μουσικής, πού να βρεθούν άλλωστε ωδεία στη Σαντορίνη την εποχή εκείνη; Σέβεται τους σύγχρονους μουσικούς, αλλά θεωρεί ότι συχνά αναλώνονται σε άσκοπες και περιττές επιδείξεις δεξιοτεχνίας. Πιστεύει ότι η σαλάτα δεν χρειάζεται ολόκληρα κιλά αλάτι για να νοστιμίσει, αλλά αρκούν ελάχιστα μόνο γραμμάρια. Το λαούτο γι αυτόν είναι εκτός από όργανο μουσικής και όργανο επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων. «Παλιά, τότε που οι γυναίκες ανέβαιναν στα κατοικούμενα (γυναικωνίτη) της εκκλησίας και οι άντρες τις θωρούσαν από κάτω, σε κοίταζε την κοίταζες και το βράδυ της έκανες καντάδα με το όργανο κάτω από το παραθύρι της. Συχνά έκανα καντάδα και στις φιλενάδες των φίλων μου, καθώς συχνά μου το ζητούσαν για χατίρι. Οι κοπέλες πάντα το ευχαριστιόντουσαν, οι γονείς τους αρκετές φορές, αλλά υπήρξαν και περιπτώσεις που μου ζήτησαν να ξεκουμπιστώ».
http://www.travelpaths.gr/content/%CF%83%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%BD%CE%B7-%CF%88%CE%B1%CF%81%CE%AC%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%BB%CE%B1%CE%BF%CF%85%CF%84%CE%B9%CE%AD%CF%81%CE%B7%CF%82

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Οι Σαντορινιοί του Πειραιά και τα «σαντορινέικα» του Αγ.Νείλου Β μέρος…

Τις μεταπολεμικές δεκαετίες, οι Σαντορινιοί εφοπλιστές έχουν κυρίαρχο ρόλο στο μεγάλο λιμάνι και στη Πειραϊκή κοινωνία. Ο Λουκάς Νομικός α...