Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2011

Ποιός τάχατες άλλαξε....του Φ. Κατσίπη


Ποιος τάχατες άλλαξε;


«Η νοσταλγία σου έχει πλάσει μια χώρα ανύπαρκτη με νόμους έξω απ΄τη γη και τους άνθρωπους» Σεφέρης

Μονάχα τώρα-κι ύστερα από την πικρή εμπειρία του τελευταίου ταξιδιού μου- μπόρεσε να καταλάβω την βαθιά σημασία που είχανε τα λόγια του αλησμόνητου Ευάγγελου Κουτσογιαννόπουλου. Που όταν με είδε ξαφνικά ένα πρωινό στα Φηρά (έπειτα από 25 χρόνια που είχα να πατήσω το αγιασμένα χώματα του νησιού) μου είπε αγανακτισμένος:
-Γιάντα ηξανάρθες;… Ίντα γυρεύεις τώρα να ξαναδείς;… Η Σαντορίνη που ήξερες και που τόσα χρόνια νοσταλγούσες δεν υπάρχει πια…
Και τότες φυσικά δεν πίστεψα τον καλό μου φίλο. Ούτε και μπόρεσα να καταλάβω την αγανάκτηση του. Γιατί ήτανε σα να μου έλεγε πως η μοναδική μου αγάπη αυτή που είχα αγαπήσει κι αγαπούσα μ’ όλη την τρέλα της νειότης μου μ’ όλη τη δύναμη της καρδιάς μου δεν ήτανε μια απογοήτευση σκληρή. Για αυτό και γέλασα μαζί του.
Τώρα όμως αν ζωντάνευε και μου έλεγε τα ίδια λόγια θα τον πίστευα, Ναι. Γιατί αυτή που είδα δεν ήταν πια η Σαντορίνη μου!...
Δεν ήταν πια ΕΚΕΙΝΗ που χρόνια και χρόνια ονειρευόμουνα τις ατελείωτες τις αξημέρωτες νύχτες της ξενιτιάς μου. Έτσι που πολλές φορές αναρωτήθηκα: τάχατες μήπως έπαψα να την αγαπώ σαν τότες;…
Μήπως τότες την έβλεπα πανέμορφη, άσπιλη κι αμόλυντη γιατί τάχατες η καρδιά μου δ ε ν   ή θ ε λ ε  να πιστέψει τα μάτια μου;… Μήπως με κούρασε τόσα χρόνια η σκέψη της η θύμηση της, έγνοια της;…
Δεν ξέρω. Ένα μονάχα ξέρω πως τώρα ήταν διαφορετικά από εκείνη που είχα ζήσει κάποτε μαζί της και που πάντα την έβλεπα ζωντανή μπροστά μου με τα μάτια της ψυχής μου. Έτσι που για μια στιγμή πίστεψα πως η παλιά μου και μονάκριβη μου αγάπη με είχε προδώσει. Κι ένιωσα μια πίκρα κι ένα σφίξιμο στην καρδιά όπως όταν αντικρίζουμε μια ακριβή μας αγάπη να περπατάει με ένα άλλο άντρα στον ίδιο δρόμο που άλλοτε τον περνούσαμε μαζί. Να κάθεται με ένα άλλο στο ίδιο παγκάκι που καθόμαστε μαζί και να σκύβει το όμορφο κεφάλι της στον ώμο ενός ξένου.
Ναι, έτσι ήτανε!...Κι αυτήν την εντύπωση μου έδωσε όταν ανεβαίνοντας στα Φηρά αντίκρισα ένα παρδαλό ξενόγλωσσο πλήθος να στριφογυρίζει μέσα στα στενά ρυμίδια της αγοράς. Που ήταν στολισμένη σαν μια τουρκογύφτισσα τσιγγάνα με παρδαλά φουστάνια με ψεύτικα μπιχλιμπίδα και κομπολόγια.
Τώρα δεν ήταν πια η σεμνή η πεντάμορφη Αρχόντισσα. Ήτανε μια μισότρελη γριά μια νεόπλουτη βαμμένη με χτυπητά χρώματα και ψεύτικα κοσμήματα. Που μιλούσε μια ξένη ακαταλαβίστικη γλώσσα με σπασμένα Εγγλέζικα, Ισπανικά και Σπανιόλικα. Και που τα υπέροχα Γαλλικά που είχε μάθει κάποτε στη Σχολή Καλογριών τα είχε λησμονήσει!...Μα όταν απογοητευμένος από το θέαμα που αντίκρυσα στα Φηρά στα λεωφορεία στην Περίσσα, στο Καμάρι κατέβηκα στο χωριό μου άρχισα να ανασαίνω. Κι όταν ένα πρωινό πήγα στο α γ ι ο μ ν ή σ ι της Ποταμιώτισσας κι αδερφωμένος με τους κάθε λογής πανυριστές τσούγκρισα το ποτήρι μου στο  π α ν υ ε ρ ό σ π ι τ ο άρχισε να χτυπά η καρδιά μου.
Κι όταν ακόμα ένα πρωινό βρέθηκα ταπεινός προσκυνητής στο ερημικό ξωκλησάκι της Αγίας Παρασκευής. Κι άκουσα τη λειτουργία από ένα σεμνό ιερέα με ένα αγράμματο ψάλτη με ένα δεκάχρονο παιδάκι που η γλυκειά φωνούλα του αντηχούσε σα πρωινό κελάδισμα ενός σκουριαβλού ένοιωσα να ξαναγεννιέται η πρώτη μου αγάπη. Κι άρχισα να ξαναβλέπω με τα μάτια της καρδιάς μου τη Σαντορίνη μας, την αγέραστη, την αιώνια, την παντοτινή.


ΦΙΛ. ΚΑΤΣΙΠΗΣ
Εφημερίδα: « Θηραϊκά Νέα» -Αύγουστος – Σεπτέμβριος 1972 τεύχος 213

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Οι Σαντορινιοί του Πειραιά και τα «σαντορινέικα» του Αγ.Νείλου Β μέρος…

Τις μεταπολεμικές δεκαετίες, οι Σαντορινιοί εφοπλιστές έχουν κυρίαρχο ρόλο στο μεγάλο λιμάνι και στη Πειραϊκή κοινωνία. Ο Λουκάς Νομικός α...